ΙΣΑ. «Πιστοποίηση» βιοπαθολογικών εργαστηρίων, και λοιπών ιδιωτικών διαγνωστικών εργαστηρίων

Αξιότιμε κύεοπυυριε Πρόεδρε,

Με τα με αρ. πρωτ. 77/2013 και 78/2013 έγγραφα σας, καλέσατε αιφνιδίως τα βιοπαθολογικά και ακτινοδιαγνωστικά εργαστήρια να προβούν σε αυτοξιολόγηση βάσει συγκεκριμένου αρχείου/ερωτηματολογίου, προκειμένου να ακολουθήσει αξιολόγηση και «βαθμολόγηση» από το ΕΚΑΠΤΥ.

Χωρίς να επανέλθουμε στο ζήτημα της απουσίας έστω και στοιχειώδους διαβούλευσης με τους αρμόδιους επιστημονικούς – ιατρικούς φορείς για την πιστοποίηση των εργαστηρίων ως ιδιωτικών φορέων ΠΦΥ, για το οποίο επανειλημμένα έχουμε διαμαρτυρηθεί προς εσάς, ευθέως σας καταθέτουμε τις απόψεις μας και σας επισημαίνουμε τα παρακάτω:

Από το έγγραφο σας που χαρακτηρίζει την αυτοαξιολόγηση ως προϋπόθεση για την περαιτέρω αξιολόγηση από το ΕΚΑΠΤΥ, αλλά και από τα όσα μέχρι σήμερα έχουν λεχθεί από την ηγεσία του Υπουργείου Υγείας αλλά του φορέα σας για «βαθμολόγηση» των ιδιωτικών εργαστηρίων, προκύπτει έμμεσα ότι όσοι φορείς ενδιαφέρονται να συνεργαστούν με τον ΕΟΠΥΥ θα πρέπει υποχρεωτικά να προβούν στις διαδικασίες αυτοαξιολόγησης. Πλην όμως, από κανένα στοιχείο ή δήλωση σας δεν προκύπτουν σαφώς οι συνέπειες/αποτελέσματα της αξιολόγησης που θα λάβει χώρα από το ΕΚΑΠΤΥ. Συγκεκριμένα δεν διευκρινίζεται από κανέναν και επικρατεί πλήρη άγνοια για τον απώτερο στόχο της όλης διαδικασίας, δηλαδή εάν επιδιώκεται με την ζητούμενη αξιολόγηση απλά και μόνο η βελτίωση της ποιότητας των παρεχομένων υπηρεσιών στους ασφαλισμένους σας με τον εντοπισμό τυχόν αδυναμιών κάποιων ιδιωτικών φορέων ή εάν επιδιώκεται μετά την αξιολόγηση να τεθεί ζήτημα μη συνεργασίας με τον ΕΟΠΥΥ των χαμηλότερα βαθμολογηθέντων εργαστηρίων, ή εάν πρόκειται τα εργαστήρια να κατηγοριοποιηθούν με βάση τα αποτελέσματα της αξιολόγησης και να αμείβονται ανάλογα με τη κατηγορία που θα ανήκουν, όπως ευρέως φημολογείται.

 

Αντιλαμβάνεστε ότι τα ανωτέρω ζητήματα είναι απαραίτητο να διευκρινιστούν άμεσα, καθώς είναι ζωτικής σημασίας για την οργάνωση και λειτουργία των ιδιωτικών εργαστηρίων, και εάν αυτό δεν συμβεί άμεσα, εύλογα θα δημιουργηθεί η πεποίθηση ότι υποκρύπτεται από μέρους σας, αλλά και από μέρους της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Υγείας, πρόθεση ενίσχυσης μεμονωμένων ιδιωτικών φορέων που δραστηριοποιούνται στον τομέα της υγείας.

 

Στο σημείο αυτό ιδιαίτερα τονίζουμε ότι τυχόν επιχειρούμενος αποκλεισμός από τη συνεργασία του ΕΟΠΥΥ οιουδήποτε ιδιωτικού εργαστηρίου, συνεπάγεται κατ’ ουσία την αδυναμία εξακολούθησης της λειτουργίας του, καθώς ο ΕΟΠΥΥ σήμερα έχει εξελιχθεί σε μονοπωλιακό φορέα ασφάλισης και παροχής υγειονομικής περίθαλψης.

 

Υπό το πρίσμα αυτό, ο αποκλεισμός κάθε ιδιωτικού φορέα που δεν γίνεται με βάση καθαρά ποιοτικά κριτήρια όχι μόνο αντίκειται στο θεμελιώδες συνταγματικό δικαίωμα της οικονομικής ελευθερίας και ανάπτυξης, αλλά αντιστρατεύεται και το δικαίωμα του ασθενή για ελεύθερη πρόσβαση στο σύστημα υγείας.

 

Στα πλαίσια αυτά αναρωτηθήκαμε, εάν τα καταγραφόμενα κριτήρια με βάση τα οποία επιδιώκεται να γίνει η αξιολόγηση είναι καθαρά ποιοτικά κριτήρια. Πλην όμως, προκύπτει ότι το αρχείο – ερωτηματολόγιο, το οποίο καλούνται τα βιοπαθολογικά και ακτινοδιαγνωστικά εργαστήρια να συμπληρώσουν, συμπεριλαμβάνει συγκεχυμένα κριτήρια, αντιγραφόμενα άλλα από το ISO 9001 και άλλα από το ISO 15189, τα οποία είναι αναγκαία για την εξασφάλιση του εσωτερικού ελέγχου διαχείρισης των εργαστηρίων και την ιχνηλασιμότητα λαθών, που είναι απαραίτητα καταρχήν στα μεγάλα σχήματα και όχι στα απλά ιδιωτικά εργαστήρια, που λειτουργούν με την αποκλειστική ευθύνη του ιδιώτη ιατρού. Αντίθετα, ουδεμία εφαρμογή και αποτελεσματικότητα έχουν για τον ουσιαστικό έλεγχο της ποιότητας των μικρών ιδιωτικών διαγνωστικών εργαστηρίων. Εξάλλου, τα κριτήρια του ISO 15189 αφορούν μία σειρά απαιτήσεων διοικητικών και τεχνικών που εκ του νόμου (Ν. 4025/2011 άρθρο 34) είναι απαραίτητο να καλύπτονται μόνο από τα εργαστήρια επεξεργασίας βιολογικών δειγμάτων για λογαριασμό άλλων φορέων υγείας, και όχι από όλα τα ιδιωτικά διαγνωστικά εργαστήρια βιολογικών υλικών.

 

Σημειωτέον ότι, στις διατάξεις του άρθρου 34 του Ν.4025/2011 γίνεται διάκριση μεταξύ:

 

α. του ποιοτικού ελέγχου των παρεχομένων υπηρεσιών από τους φορείς υπηρεσιών υγείας, που στα πλαίσια του τομέα της ΠΦΥ θεωρούμε ότι θα πρέπει να ανατεθεί στο σύνολο του (και για τα διαγνωστικά εργαστήρια) αποκλειστικά στην αρμοδιότητα του κατά τόπο αρμοδίου ιατρικού συλλόγου, που είναι εξουσιοδοτημένος και γα την χορήγηση και ανάκληση των αδειών λειτουργίας,

 

β. του εσωτερικού ποιοτικού ελέγχου που θα πρέπει να εφαρμόζεται από όλα τα διαγνωστικά εργαστήρια βιολογικών υλικών και ο οποίος θα διασφαλίζεται με προγράμματα εξωτερικού ποιοτικού ελέγχου από πιστοποιημένους φορείς,

 

και τέλος γ. στην διαπίστευση με ISO 15189 αποκλειστικά για τα εργαστήρια επεξεργασίας βιολογικών υλικών για λογαριασμό άλλων φορέων υγείας.

 

Εν προκειμένω τα κριτήρια που συμπεριλαμβάνονται στο αρχείο/ερωτηματολόγιο για την αυτοαξιολόγηση, σαφώς δεν περιορίζονται στην διασφάλιση του εσωτερικού ποιοτικού ελέγχου των απλών ιδιωτικών εργαστηρίων και ως εκ τούτου είναι εκτός νομοθετικής εξουσιοδότησης.

 

Περαιτέρω τονίζεται ότι, ειδικά για τα ιδιωτικά ακτινοδιαγνωστικά εργαστήρια από την κείμενη νομοθεσία ορίζονται πολύ αυστηρές προϋποθέσεις και κριτήρια, προκειμένου να λάβει χώρα η αδειοδότηση τους. Οι προϋποθέσεις αυτές διασφαλίζουν επαρκώς την ποιότητα της λειτουργίας αυτών, οι δε συνεχείς έλεγχοι από την ΕΑΕ εξασφαλίζουν της εφαρμογή της νομοθεσίας και την ποιότητα των εκτελουμένων απεικονιστικών εξετάσεων.

 

Στα πλαίσια αυτά, ο Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι η πολιτεία δεν απαιτεί την εφαρμογή νομοθετημένων κριτηρίων διασφάλισης ποιότητας ούτε στα εργαστήρια των νοσοκομείων κλάδου ΕΣΥ, ούτε πολύ περισσότερο στα εργαστήρια του ΕΟΠΥΥ, καλεί τη διοίκηση του ΕΟΠΥΥ

 

α) να ανακαλέσει την απαίτηση αυτοαξιολόγησης των ακτινοδιαγνωστικών εργαστηρίων και των εργαστηρίων βιολογικών υλικών, καθώς και της περαιτέρω αξιολόγησης από το ΕΚΑΠΤΥ, και

 

β) να διαμορφώσει, σε συνεργασία με τους Ιατρικούς Συλλόγους, διαδικασία με βάση τα νομοθετημένα κριτήρια διασφάλισης ποιότητας του Ν.4025/11, με την οποία θα αδειοδοτούνται και στη συνέχεια θα ελέγχονται συστηματικά όλα τα διαγνωστικά εργαστήρια, τα οποία και δύνανται να συνάπτουν συμβάσεις με τον ΕΟΠΥΥ.

 

Πιστεύουμε ότι κάθε άλλη διαδικασία ουδόλως δεν εγγυάται την βελτίωση της ποιότητας της λειτουργίας των εργαστηρίων, αλλά μόνο την περαιτέρω οικονομική εξόντωση των ιδιωτών εργαστηριακών ιατρών, με ότι αυτό συνεπάγεται για την υγεία του Έλληνα πολίτη κάτω από τις κρίσιμες οικονομικές συγκυρίες που επικρατούν στη χώρα μας.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *