Μια διαφορετική σοσιαλδημοκρατία, μέσω μιας διαφορετικής Ευρώπης
Νέα αφήγηση
Η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία βρίσκεται σε θέση άμυνας, παρά την νίκη του Ολλάντ στην Γαλλία και την επικράτηση του Ομπάμα στις ΗΠΑ.
Ενώ στις αρχές του αιώνα ο πολιτικός χάρτης της Ευρώπης ήταν χρωματισμένος κόκκινος, τώρα έχει μαυρίσει.
Στις 27 χώρες της ΕΕ οι σοσιαλδημοκράτες συμμετέχουν μόνο σε ελάχιστες κυβερνήσεις ενώ οι ευρωεκλογές του 2009 αποτέλεσαν ένα σημαντικό πλήγμα για αυτούς..
Καταφανώς, οι σοσιαλδημοκράτες δεν καθορίζουν πια τις πολιτικές εξελίξεις.
Το ξέσπασμα της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης έθεσε οριστικό τέλος στην επικυριαρχία της κεντροαριστεράς η οποία εκτός των άλλων διέγνωσε καθυστερημένα την επέλαση της κρίσης και κατά συνέπεια δεν όρθωσε έγκαιρα τα απαιτούμενα προστατευτικά τείχη την εποχή της διακυβέρνησης της.
Η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία και συνολικότερα ο προοδευτικός χώρος δεν εντόπισαν έγκαιρα τις μεταλλαγές του καπιταλισμού και των κρίσεων που τον συνοδεύουν.
Κατά συνέπεια αγνόησαν την μεταβολή των χαρακτηριστικών της κρίσης που αρχικά εξέλαβε την μορφή μιας στενότητας στο επίπεδο ρευστότητας ενώ μετεξελίχτηκε σε γενικευμένη οικονομική κρίση και στην συνέχεια σε κρίση εθνικών προϋπολογισμών.
Ως εκ τούτου το δημοσιονομικό αδιέξοδο των κρατών μεταμόρφωσε όλη την Ευρώπη σε ένα καθεστώς λιτότητας, χωρίς καν να αντιδράσει η σοσιαλδημοκρατία.
Συνεπεία των αναγκών δημοσιονομικής διαχείρισης πολλά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα φορτισμένα με ευθύνες διακυβέρνησης , μεταξύ των οποίων και το ΠΑΣΟΚ δεν ταυτίζονται πλέον με το πολιτικό κίνημα της Σοσιαλδημοκρατίας.
Εντούτοις τα περισσότερα κεντροαριστερά κόμματα στην Ευρώπη αντιμετωπίζουν τις ίδιες προκλήσεις. Θα πρέπει αφενός να ανταποκριθούν στην δομική διάλυση του σώματος ψηφοφόρων και μελών που αποτέλεσαν το βασικό στήριγμα τους και αφετέρου να ανταποκριθούν στην πίεση που ασκούν αναδυόμενα νεο-δεξιά λαϊκιστικά κινήματα, εξημερωμένα συντηρητικά κόμματα, και κόμματα αριστερά της σοσιαλδημοκρατίας. Την ίδια στιγμή αναδύεται η αδήριτη ανάγκη αντικατάστασης του ξεπερασμένου πλέον “τρίτου δρόμου” από μια νέα σοσιαλδημοκρατική αφήγηση.
Ασφαλώς δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το γεγονός ότι μέχρι το ξέσπασμα της κρίσης οι «Νέοι Εργατικοί» (New Labour) του Τόνι Μπλέρ καθόριζαν το πνεύμα της εποχής από την σκοπιά της σοσιαλδημοκρατίας.
Εξίσου όμως είναι αναμφισβήτητο ότι ο τρίτος δρόμος απέτυχε, εξυφαίνοντας άκριτες εκδοχές πολιτικής που εκφράστηκαν με ορολογίες όπως «εξατομίκευση», «εκσυγχρονισμός», «επιλεκτική δικαιοσύνη», «ενεργητικό κράτος», «κοινωνία των ευκαιριών», «κοινωνία της μόρφωσης», «οικονομία της αγοράς», «νέα οικονομία», «ευελισφάλεια» και «κλιμακωτή αλληλεγγύη».
Καθώς διαφάνηκε στον ορίζοντα ο νεοφιλελεύθερος μανδύας που κάλυπτε τον τρίτο δρόμο, με όλες τις σοβαρές συνέπειες για τις κοινωνίες, τα εκλογικά σώματα αποστράφηκαν από τα μεταμοντέρνα εγχειρήματα της μεταλλαγμένης σοσιαλδημοκρατίας.
Έκτοτε, είναι σε πλήρη εξέλιξη η αναζήτηση ενός νέου σοσιαλδημοκρατικού μοντέλου. Υπάρχει ανάγκη για αναπροσαρμογές ιδιαίτερα σε υπερεθνικό επίπεδο.
Είναι προφανές ότι η κρίση αποκάλυψε αδυσώπητα τις δομικές αδυναμίες της νομισματικής ένωσης, και τις ελλείψεις της διαδικασίας οικονομικής ολοκλήρωσης της ΕΈ.
Το μακροχρόνιο αίτημα της σοσιαλδημοκρατίας για μια πραγματική κοινωνική διάσταση της Ευρώπης αντίστοιχης της εξαιρετικά προηγμένης οικονομικής ολοκλήρωσης δεν έχει εκπληρωθεί αφού δεν μεταφράστηκε ποτέ σε ζήτημα μεγάλης πολιτικής ευθύνης.
Αντ ‘αυτού, διαφαίνονται σήμερα στην ΕΕ, η έλλειψη πολιτικού συντονισμού, οι ακραίες οικονομικές ανισότητες και η εδραίωση του ανταγωνισμού μεταξύ των κρατών μελών για την καλύτερη προσαρμογή των μεμονωμένων συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας στις απαιτήσεις της αγοράς .
Αυτές οι ελλείψεις, αναδεικνύουν την ανάγκη για μια νέα προσέγγιση της πολιτικής όσον αφορά την αντιμετώπιση της κοινωνικοοικονομικής ετερογένειας στην Ευρώπη.
Οι Ευρωπαίοι πολίτες απαιτούν από τους κυρίαρχους πολιτικούς δρώντες τον προσδιορισμό ενός κοινωνικού τελικού προορισμό του ταξιδιού της Ευρώπης .
Διαφορές
Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, της διεθνοποίησης των οικονομικών και πολιτικών κινδύνων, είναι απαραίτητη η ρύθμιση και η κοινωνική διαμόρφωση του καπιταλισμού.
Αυτά είναι το βασικά καθήκοντα της σοσιαλδημοκρατίας και αυτή είναι η βασική γενεσιουργός αιτία ύπαρξης της, με την οποία βρίσκεται εκ νέου αντιμέτωπη ,είτε το θέλει είτε όχι..
Εκ της παραπάνω συμβατικής υποχρέωσης, η οποία είναι καθοριστική και για το μέλλον της Ευρώπης και άρα λειτουργεί ως βασική εντολή διαμόρφωσης της διεθνούς πραγματικότητας, δεν μπορεί να ξεφύγει εκ νέου η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία.
Διότι αν το επιχειρήσει θα διαλυθεί μια για πάντα.
Ωστόσο, αντιτίθενται ποικίλοι παράγοντες, στη διαμόρφωση ενός κοινού ευρωπαϊκού προτύπου με εναρμονισμένες ευρωπαϊκές πολιτικές και κατευθυντήριες αρχές από όλες τις εθνικές παραλλαγές της σοσιαλδημοκρατίας.
Το πρόβλημα είναι λιγότερο η έλλειψη διορατικότητας όσον αφορά την ανάγκη για μια συνεκτική και συντονισμένη προσέγγιση.
Το Κόμμα των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών (PES) όπως και η Ομάδα της Προοδευτικής Συμμαχίας των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο επιχειρούν εδώ και πολλά χρόνια τον πολιτικό εναρμονισμό και την συντονισμένη παραγωγή θέσεων.
Το γεγονός ότι όλα τα κόμματα-μέλη της σοσιαλιστικής ομάδας ου Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου το 2009 συνέβαλαν σε μια κοινή διακήρυξη, αποτέλεσε την έκφραση μιας ολοένα και πιο ολοκληρωμένης διαδικασίας, η οποία το 2009 γέννησε για πρώτη φορά περισσότερα από τον ελάχιστο κοινό παρονομαστή.
Τα εμπόδια για μια κοινή ευρωπαϊκή στρατηγική πολιτική προέρχονται από τις δομικές διαφοροποιήσεις των κομμάτων-μελών και το ιδιαίτερο περιβάλλον τους.
Τα σοσιαλδημοκρατικά και σοσιαλιστικά κόμματα στην Ευρώπη έχουν διαφορετικά προφίλ.
Δεν είναι μόνο οι διαφορές στις αντίστοιχες ιστορίες γέννησης , στις δομές μελών και στις οργανωτικές αρχές αλλά και η ενσωμάτωση τους σε διαφορετικές πολιτικές κουλτούρες με διαφοροποιήσεις στα εκλογικά συστήματα και στον δημόσιο λόγο που εκφέρεται .
Ως εκ τούτου καθίσταται σαφές ότι, ότι τα διάφορα σοσιαλιστικά κόμματα στην ΕΕ ενεργούν σε διαφορετικούς “κόσμους” του προνοιακού καπιταλισμού σαφώς οριοθετημένους μεταξύ τους.
Δεδομένων των διαφορετικών οικονομικών μοντέλων παραγωγής και μοντέλων οργάνωσης του κοινωνικού κράτους των κρατών μελών, απαιτούνται από την σοσιαλδημοκρατία εξειδικευμένες απαντήσεις, προσαρμοσμένες ανά περίπτωση.
Ομοίως, εγείρονται από τα ποικίλα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα και διαφορετικές κανονιστικές προσδοκίες πάνω στο ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο και πάνω στην τελική μορφή της ΕΈ.
Ενώ κάποια σοσιαλδημοκρατικά κόμματα αναζητούν μια ομοσπονδιακή πολιτική ένωση, κάποια άλλα προσεγγίζουν αρνητικά τον αυξανόμενο εξευρωπαϊσμό σε βασικούς πολιτικούς τομείς κρίσιμης σημασίας.
Δεν φτάνουν όλα αυτά, προστίθεται και το γεγονός ότι η κρίση της οικονομικής και νομισματικής ένωσης πολλαπλασιάζει σε όλες τις κοινωνικές τάξεις τον σκεπτικισμό σχετικά με τα επιτεύγματα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Η ΕΕ αντιμετωπίζει μια κρίση εμπιστοσύνης με την έννοια της έλλειψης κοινωνικής αποδοχής εντός της κοινότητας.
Η μακρινή απόσταση των Βρυξελλών καθιστά το ευρωπαϊκό θεσμικό μόρφωμα στις συνειδήσεις των πολιτών ένα αντιδημοκρατικό και αδιόρατο πλέγμα γραφειοκρατικών και ελιτίστικων αναγκών ή ακόμη και ένα δούρειο ίππο του ριζοσπαστισμού της αγοράς, από τον οποίο φαίνεται να διέπεται η παγκοσμιοποίηση.
Ο ευρωσκεπτικισμός είναι πλέον διάχυτος και πολλοί βλέπουν την σωτηρία στο έθνος-κράτος.
Η Ευρώπη από καιρό δεν αποτελεί πολιτικό ζήτημα για νικητές αφού χωλαίνει στα εσωτερικά της σύνορα ως ενιαίο οικονομικό και αναπτυξιακό πεδίο και παραμένει ως υπόσχεση ευημερίας στα μισά του δρόμου.
Εντούτοις δεν προσφέρεται ως λύση η επιλογή αναγέννησης του έθνους-κράτους για υπάρχοντα προβλήματα σε έναν κόσμο με νέες εξουσιαστικές δομές και διεθνείς αλληλεξαρτήσεις.
Όχι στον ελάχιστο συμβιβασμό
Σε αυτήν την κατάσταση, είναι καθήκον της σοσιαλδημοκρατίας, να σπάσει τον αμυντικό λόγο της και να αγωνιστεί για “περισσότερη Ευρώπη” λόγω γνώσης των αλληλεξαρτήσεων και λόγω ευθύνης μπροστά στο μέλλον.
Φυσικά, δεν θα πρέπει να δημιουργηθεί στον αντίποδα μια τυφλή ευρωπαϊκή ευφορία .
Η σοσιαλδημοκρατία πρέπει να καθορίσει την κατεύθυνση στην οποία κινείται ευρωπαϊκή ολοκλήρωση:
Πρώτον, οι πολίτες πρέπει να αντικρύσουν επιτέλους εμφανή βήματα προς τη δημοκρατική πρόοδο στην ζωή του κράτους της οικονομίας και της κοινωνίας.
Δεύτερον, πρέπει να δημιουργηθούν αποτελεσματικές οικονομικές δομές συνεργασίας που προωθούν την αειφορία , της πρόοδο και την κοινωνική ανάπτυξη, και να συμβάλουν σε μια κοινή ισορροπία και ρύθμιση των οικονομικών και χρηματοπιστωτικών τομέων.
Τρίτον, η ΕΈ πρέπει να εγγυηθεί την κοινωνικοπολιτική ευθύνη και την ενδοευρωπαϊκή αλληλεγγύη ως ίσες αρχές της εσωτερικής αγοράς.
Τέταρτον , η καταπολέμηση της ανεργίας με στόχο την εξαφάνιση της πρέπει να τεθεί ως κεντρικός στόχος, αρχής γενομένης με τις μεσογειακές χώρες που πλήττονται περισσότερο από την κρίση.
Πέμπτον, πρέπει να τεθεί τέλος στην πολιτική της ύφεσης όπως εκφράζεται μέσω των μνημονίων και της μονομερούς λιτότητας
Έκτον, θα πρέπει να υπάρξει επιστροφή στην κεντρική αναδιανεμητική αφήγηση όπως την προδιέγραψε σε πρώτη φάση ο Τζών Ρόλς . Η αφήγηση αυτή στηρίζεται σε δύο ιδανικά.
Το πρώτο ιδανικό στηρίζεται σε ένα συμβόλαιο μεταξύ ελεύθερων και ίσων πολιτών το οποίο προβλέπει ότι κάθε άτομο διαθέτει το ίδιο δικαίωμα στην ποιο διευρυμένη μορφή ελευθερίας χωρίς να εμποδίζει την ίδια ελευθερία των άλλων . Σε μια τέτοια εξειδανικευμένη κοινωνία όλοι διαθέτουν τα ίδια πολιτικά δικαιώματα και τα εισοδήματα όπως και οι ευκαιρίες κατανέμονται ισότιμα.
Το ιδανικό αυτός στηρίζεται στον γαλλικό διαφωτισμό Liberte, egalite, fraternite. Κατά μια έννοια μεταφέρεται με την αρχή αυτή η σοσιαλιστική προσδοκία για μια άμεση δημοκρατία των ίσων πολιτών το οποίο πλησιάζει την ουτοπία.
Εξ ου εισάγεται και μια δεύτερη πιο ρεαλιστική αρχή χωρίς να καταργείται η επιδίωξη της ουτοπίας.
Το δεύτερο ιδανικό αποτελεί το μεταβατικό στάδιο προς την ουτοπία και προβλέπει πρώτον ότι οι οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες πρέπει να αντιμετωπιστούν με συγκεκριμένες πολιτικές έτσι ώστε να επωφελούνται κατά μέγιστο τρόπο οι μη προνομιούχοι πολίτες και δεύτερον οι πολιτικές αυτές να συνδέονται με θέσεις, αξιώματα, υπηρεσίες και παροχές ανοικτές προς όλους και μάλιστα υπό συνθήκες που εγγυούνται την ακριβοδίκαιη ισότητα των ευκαιριών.
Έβδομον , θα πρέπει να τεθούν οι κοινές αρχές και αξίες της ΕΕ σε κίνηση για τη διαχείριση των παγκόσμιων προβλημάτων. Η Δημοκρατία, η ελευθερία , η κοινωνική ισότητα και αλληλεγγύη , η ισονομία και η οντότητα του πολίτη ως ον με δικαιώματα αποτελούν ένα αξιακό πλαίσιο που πρέπει να ξαναφορτιστεί θετικά και να αποτελέσει πεδίο αναφοράς όλων των κρατών με ευθύνη της σοσιαλδημοκρατίας.
Παρά τις διαφορετικές ανάγκες, προσδοκίες και επιθυμίες για το μέλλον της κοινότητας στις τάξεις της, η Σοσιαλδημοκρατία μπορεί να συμβάλει με τον παραπάνω τρόπο στην πολιτικοποίηση της Ευρώπης.
Το εγχείρημα που ήδη ξεκίνησε το Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα για μια κοινή διακήρυξη αρχών των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων της Ευρώπης δεν εκδηλώνει τίποτα άλλο από την ανάγκη μια συνδετικής αφήγησης .
Αυτή η αφήγηση πρέπει να επιδείξει προσοχή στις υπάρχουσες διαφορές.
Θα πρέπει για παράδειγμα να διευκρινιστεί τι σημαίνει ακριβώς όταν το γερμανικό SPD καλεί σε μια πολιτική ένωση και μια ομοσπονδιακή Ευρώπη που στο τέλος καταλήγει στις «Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης».
Θα πρέπει επίσης να δούμε τι σημαίνει όταν το γαλλικό PS διακηρύττει την διαμόρφωση της ΕΕ ως ενιαίο κρατικό μόρφωμα, ενώ το Εργατικό Κόμμα στη Βρετανία ή το SAP στη Σουηδία, υπογραμμίζουν την κυριαρχία των κρατών μελών.
Η ευρωπαϊκή αφήγηση της σοσιαλδημοκρατίας πρέπει – παρά την ποικιλομορφία των καταστάσεων, προσεγγίσεων και αναγκών – να διαθέτει ένα κόκκινο νήμα , το οποίο θα μπορούν όλοι να ακολουθήσουν.
Ταυτόχρονα ωστόσο η αφήγηση αυτή πρέπει να οδηγεί σε ένα φιλόδοξο στόχο.
Στην διαδικασία αυτή υπάρχει προφανώς ο κίνδυνος διατύπωσης ενός απλού και ελάχιστου συμβιβασμού, κάτι που θα ήταν πολύ λίγο για όλους.
Το ζητούμενο είναι να παραμείνει στο επίκεντρο το φιλόδοξο εγχείρημα συνδυασμού των βασικών κοινών πεποιθήσεων και πολιτικών προοπτικών για την κοινωνική και δημοκρατική Ευρώπη του μέλλοντος.
Ένα τέτοια ευρωπαϊκό πρόγραμμα αρχών θα πείσει μόνο αν εξελιχθεί μακρόθεν της τετριμμένης καθημερινής πολιτικής και συμπεριλάβει μακροπρόθεσμους στόχους χωρίς να κρύβει τις συγκρούσεις, αλλά να διανθίζει τις εξειδικευμένες εθνικές και κομματικές παραδόσεις με τις κοινές πεποιθήσεις και τις αρχές.
Αλληλοκατανόηση
Χρήσιμο στην παραπάνω κατεύθυνση θα μπορούσε να αποδειχθεί ότι η προγενέστερη σαφή διάκριση σε σκανδιναβικά , συντηρητικά, φιλελεύθερα και υποτυπώδη κράτη πρόνοιας στην Ευρώπη φθίνει.
Επιπλέον, γίνεται πλέον διακριτό ένα σύνολο από κοινά οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά δομικά χαρακτηριστικά, βάση των οποίων οι χώρες της ΕΕ στο σύνολό τους. διακρίνονται από άλλους ενιαίους οικονομικούς χώρους και δέσμες κρατών.
Αναφέρονται ενδεικτικά οι διαφορές σε σχέση με το αμερικανικό επιχειρηματικό μοντέλο, ή σε σχέση με τις εξελίξεις στην Ιαπωνία και την Κορέα.
Στην Ευρώπη αναπτύχθηκε ένα αναπτυγμένο και παρεμβατικό κράτος , ένα σύστημα κοινωνικής ασφάλισης που βασίζεται σε φόρους, ενεργά συνδικάτα με απαιτήσεις κοινωνικοπολιτικού σχεδιασμού, μια ευαισθητοποιημένη κοινή γνώμη σχετικά με ζητήματα κοινωνικής δικαιοσύνης και διατήρησης της κοινωνικής συνοχής, μια πολιτική κουλτούρα στην οποία τα κόμματα που προέρχονται από το σοσιαλδημοκρατικό κίνημα έχουν τη θέση τους, ένα νομικό σύστημα αγκυροβολημένο στα θεμελιώδη κοινωνικά δικαιώματα και στην οικονομική δημοκρατία.
Τέλος μια επιχειρηματική παράδοση με μακροπρόθεσμο προσανατολισμό διαχείρισης των επιχειρήσεων και κοινωνική ευθύνη της ατομικής ιδιοκτησίας.
Μόνο ενωμένα μπορούν οι σοσιαλδημοκράτες στην Ευρώπη να δρομολογήσουν το αίτημα για εξευρωπαϊσμό της παγκοσμιοποίησης.
Το άλφα και το ωμέγα σε αυτή την προσπάθεια θα μπορούσε να είναι ο ίδιος ο ορισμός της σοσιαλδημοκρατίας, ο μετασχηματισμός του ανταγωνιζόμενου ιδιωτικού κεφαλαίου σε ένα ενιαίο συλλογικό κεφάλαιο.
Μαυροζαχαράκης Μανόλης
Κοινωνιολόγος –Πολιτικός Επιστήμονας