Φαντάσου αυτό: Είσαι σε ένα καταφύγιο στη μέση του πουθενά, μπροστά από μία ειδυλλιακή λίμνη, κάπου, σε κάποιο οροπέδιο ανάμεσα στα δάση και τα λαγκάδια. Βρίσκεσαι εκεί με το σύζυγό σου, σε μία προσπάθεια να αναθερμάνετε την ερωτική σας σχέση. Ανυπομονούσες για αυτό το σαββατοκύριακο, γιατί εδώ και καιρό τα πράγματα δεν πάνε και τόσο καλά μεταξύ σας, έχετε απομακρυνθεί. Εκείνος έχει φαντασία.Σε δένει με χειροπέδες στο κρεββάτι. Αρχικά σ’ αρέσει.
Μέχρι που εκείνος κάτι κάνει, κάτι που σε ενοχλεί, που δεν το θέλεις. Και τον σπρώχνεις. Όχι πολύ. Δε θέλεις να του κάνεις κακό, να τον σταματήσεις θέλεις. Αλλά αυτή τη φορά κάτι συμβαίνει, δεν καταλαβαίνεις τι. Δεν τον κλώτσησες πολύ. Μόνο για να τον σταματήσεις. Και τα κατάφερες, μόνο που κάτι γίνεται. Η καρδιά του δεν αντέχει κι εκείνος πεθαίνει.
Κι εσύ βρίσκεσαι δεμένη με τις χειροπέδες, γυμνή, ολομόναχη, χωρίς κανείς να ξέρει πού. Δεν το είχατε πει πουθενά, θέλατε να μείνετε μόνοι σας. Και τώρα προσπαθείς να σκεφτείς. Βλέπεις το σκυλί να μπαίνει, του φωνάζεις, φύγε, του λες, αλλά εκείνο πεινάει. Και αρχίζει να τον τρώει. Να τον δαγκώνει, να ξεσκίζει τη νεκρή σάρκα του, μπροστά σου, το μυρίζεις. Το ακούς. Μέχρι πριν λίγα λεπτά κάνατε έρωτα και τώρα τον βλέπεις να διαλύεται, να φταις, να είσαι μόνη, ανήμπορη, το σκυλί να μη σταματάει. Και τρελαίνεσαι. Ακούς φωνές. Παρανοείς – ολομόναχη, γυμνή, δεμένη σε ένα κρεβάτι, νύχτα, στη μέση του πουθενά.
Το Παιχνίδι του Τζέραλντ είναι ίσως από τα πιο ακραία έργα του πατριάρχη του τρόμου, Στίβεν Κινγκ. Το σεξουαλικό παιχνίδι που γίνεται εφιάλτης, που οδηγεί την Τζέσι στην τρέλα, στις παραισθήσεις και στα φαντάσματα – η Τζέσι με χειροπέδες να κρυώνει, να κοιτάζει το μισοφαγωμένο κουφάρι του άντρα της και να ακούει φωνές από τα παλιά, άλλες να την καλούν, να την καθησυχάζουν, κι άλλες να την απειλούν.Έχει αρχίσει να κρυώνει, μάλλον από τον τρόμο, αλλά δεν είναι σίγουρη. Δεν είναι σίγουρη για τίποτα, μόνο για το ότι ακούς τη φωνή του πατέρα σου. Που δε ζει πια, αλλά εσύ την ακούς. Και πριν ακούσεις όλες τις άλλες φωνές, πριν αρχίσουν τα ουρλιαχτά να σκίζουν το μυαλό σου, ακούς κι ένα τραγούδι. Αυτό: