Πειραιάς, 20-12-2011
Α.Π. 5360
Προς
τον Πρόεδρο και το Διοικητικό Συμβούλιο
του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου
Παρακαλούμε όπως μας γνωρίσετε, αν το ΔΣ του ΠΙΣ έχει κάνει δεκτή την από 25-10-2011 γνωμοδότηση του δικηγόρου Κου Λ. Γεωργακόπουλου προς εσάς, σε ερώτημα που του απευθύνατε με α.π. 1910/29-9-2011, και η οποία δεν ετέθη ως θέμα στη ΓΣ του ΠΙΣ της 6ης-11-2011, προκειμένου να ληφθεί απόφαση από τη ΓΣ, που είναι το ανώτατο όργανο του ΠΙΣ. Η ως άνω γνωμοδότηση συμπλέει με την υπ΄ αρ. 120760/4-11-2011 εγκύκλιο του Υπουργού Υγείας, που απεσύρθη.
Παρακαλώ όπως μας γνωρίσετε, αν αληθεύει ότι ενώ υπάρχουν διαφορετικές γνωμοδοτήσεις εγκρίτων νομικών, που κρίνουν ότι για νομικούς λόγους που αναφέρονται σ΄ αυτές δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του Ν. 3919/2011, το ΔΣ του ΠΙΣ στη συνεδρίασή του της 13ης-12-2011 απεφάσισε να παραπεμφθεί η υπόθεση προς γνωμοδότηση στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους.
(Ας σημειωθεί ότι οι Ιατρικοί Σύλλογοι και ο ΠΙΣ δεν έχουν δικαίωμα να παραπέμπουν για γνωμοδότηση υποθέσεις προς το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, παρά μόνον αν δώσει έγγραφη εντολή ο Υπουργός Υγείας).
Το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους απαρτίζεται από τους Νομικούς Συμβούλους και Παρέδρους των Υπουργείων. Λαμβάνοντας δε υπόψιν ότι έχει δημιουργηθεί μείζον θέμα στη λειτουργία των Ιατρικών Συλλόγων σχετικά με την αδειοδότηση, θα πρέπει να εναρμονιστείτε με τους Ιατρικούς Συλλόγους που ζητούν τη ρητή εξαίρεση των ιατρών και των μονάδων Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας -με βάση το αρθ. 4 του Ν. 3919/2011- και την έκδοση ΠΔ/τος, με σκοπό την διαφύλαξη των έννομων συμφερόντων των ιατρών και της υγείας των πολιτών.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΒΑΡΒΑΡΑ ΑΝΕΜΟΔΟΥΡΑ ΠΑΥΛΟΣ ΣΑΡΩΦ
Δρ. ΧΑΡΗΣ Τ. ΠΟΛΙΤΗΣ
ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ ΣΕ Α.Π., Σ.τ.Ε., Δρ. ΙΑΤΡΙΚΗΣ Ε.Κ.Π.Α.
ΑΝ ΚΑΘ. ΔΙΑΧ. ΔΗΜ. ΥΓΕΙΑΣ BRITTNAU
ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΥ 15, 15451 ΨΥΧΙΚΟ, ΑΘΗΝΑ
ΤΗΛ.: (210) 6756732, FAX: (210) 6729207, e-mail: chpolitis@gmail.com
_______________________________________________________
Αθήνα, 27.10.2011
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ
Με Ν. 3919/2011 (ΦΕΚ Α’ 32/02.03.2011) υπήρξε προσπάθεια απελευθέρωσης των επαγγελμάτων (βλ. και Οδηγία 2006/123/ΕΚ Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου η οποία κατέστη εσωτερικό δίκαιο σύμφωνα με Συντ 28 παρ. 1, βλ. Ν. 3844/2010 και Ν. 3919/2011. Ερωτάται αν έχει ισχύ όσον αφορά στην άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος και τις Μονάδες Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας.
Ι. Το νομοθετικό πλαίσιο.
Ν. 3919/2011 (ΦΕΚ Α’ 32/02.03.2011)
Αρθρο 1
Αρχή της επαγγελματικής ελευθερίας
1. Για την πρόσβαση σε επαγγέλματα και την άσκηση τους ισχύει η αρχή της επαγγελματικής ελευθερίας (άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος).
2. Οι διατάξεις της ισχύουσας νομοθεσίας που αφορούν στην πρόσβαση και την άσκηση επαγγελμάτων επιβάλλεται να ερμηνεύονται σε αρμονία προς την αρχή της επαγγελματικής ελευθερίας και της προστασίας του ανταγωνισμού. Διατάξεις που προβλέπουν περιορισμούς στην πρόσβαση και την άσκηση επαγγελμάτων είναι στενώς ερμηνευτέες.
Αρθρο 2
Κατάργηση αδικαιολόγητων περιορισμών στην πρόσβαση και την άσκηση επαγγελμάτων
1. Οι προβλεπόμενοι στην ισχύουσα νομοθεσία περιορισμοί που αφορούν στην πρόσβαση και την άσκηση επαγγελμάτων, πέραν εκείνων των επαγγελμάτων για τα οποία διαλαμβάνεται ρύθμιση στο κεφάλαιο Β` του παρόντος, καταργούνται μετά την πάροδο τεσσάρων (4) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος.
2. Ως περιορισμοί, κατά την έννοια της προηγούμενης παραγράφου, νοούνται οι εξής:
α) Η ύπαρξη, δυνάμει προβλέψεως νόμου, περιορισμένου αριθμού προσώπων τα οποία δικαιούνται να ασκήσουν το επάγγελμα σε όλη την επικράτεια ή σε ορισμένο γεωγραφικό διαμέρισμα, είτε ο αριθμός αυτός ορίζεται ευθέως είτε προσδιορίζεται εμμέσως βάσει πληθυσμιακών ή άλλων κριτηρίων και χορήγηση διοικητικής αδείας για την άσκηση του επαγγέλματος μόνο προς συμπλήρωση του αριθμού τούτου.
β) Η εξάρτηση της χορηγήσεως διοικητικής αδείας για την άσκηση επαγγέλματος από την εκτίμηση της διοικητικής αρχής ως προς την ύπαρξη πραγματικής ανάγκης προς τούτο, που θεωρείται συντρέχουσα όταν η προσφορά υπηρεσιών εκ μέρους των προσώπων που έχουν ήδη αδειοδοτηθεί για την άσκηση του επαγγέλματος δεν είναι ικανοποιητική για το κοινωνικό σύνολο, είτε καθ` όλη την επικράτεια είτε σε ορισμένο γεωγραφικό διαμέρισμα, εν όψει αφ` ενός του αριθμού των προσώπων που ασκούν το επάγγελμα και αφ` ετέρου των προς ικανοποίηση αναγκών του κοινωνικού συνόλου, ως αποδέκτη των υπηρεσιών αυτών.
γ) Η απαγόρευση για ένα πρόσωπο της ασκήσεως επαγγέλματος έξω από ορισμένο γεωγραφικό διαμέρισμα, εντός του οποίου και μόνο είναι αυτή επιτρεπτή.
δ) Η επιβολή της υπάρξεως ελάχιστων αποστάσεων μεταξύ των εγκαταστάσεων προσώπων που ασκούν το επάγγελμα.
ε) Η απαγόρευση για ένα πρόσωπο της δημιουργίας περισσότερων εγκαταστάσεων ή επαγγελματικής δραστηριοποιήσεως σε περισσότερες εγκαταστάσεις, σε ένα ή περισσότερα γεωγραφικά διαμερίσματα.
στ) Η πρόβλεψη αποκλειστικής δυνατότητας ή απαγόρευσης διάθεσης είδους αγαθών από ορισμένη κατηγορία επαγγελματικών εγκαταστάσεων
ζ) Η επιβολή της ασκήσεως επαγγέλματος ή η απαγόρευση της ασκήσεως του υπό ορισμένη ή ορισμένες εταιρικές μορφές ή ο αποκλεισμός της ασκήσεως του υπό εταιρική μορφή, επιτρεπομένης μόνο της ατομικής ασκήσεως αυτού.
η) Η επιβολή περιορισμών σχετιζομένων με τη συμμετοχή στη σύνθεση του μετοχικού ή εταιρικού κεφαλαίου, συναπτομένων προς την ύπαρξη ή την έλλειψη ορισμένης επαγγελματικής ιδιότητας.
θ) Η επιβολή υποχρεωτικών κατώτατων τιμών ή αμοιβών για τη διάθεση αγαθών ή την προσφορά υπηρεσιών είτε αυτές ορίζονται ευθέως είτε προσδιορίζονται εμμέσως με την εφαρμογή συντελεστή κέρδους ή με άλλο ποσοστιαίο υπολογισμό.
ι) Η επιβολή υποχρέωσης στον ασκούντα το επάγγελμα να προσφέρει μαζί με τη δική του υπηρεσία, άλλες συγκεκριμένες υπηρεσίες.
3. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου εντός τεσσάρων (4) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, μπορεί να αρθούν και άλλοι περιορισμοί πέραν εκείνων που ορίζονται στην προηγούμενη παράγραφο.
4. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του καθ` ύλην αρμόδιου Υπουργού και του Υπουργού Οικονομικών εντός τεσσάρων (4) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, είναι δυνατή η θέσπιση εξαιρέσεως σε σχέση προς ορισμένο επάγγελμα από τη ρύθμιση της παραγράφου 1 και η διατήρηση σε ισχύ περιορισμού αναφερομένου στην παράγραφο 2 ή θεσπιζόμενου δυνάμει της παραγράφου 3, ως έχει ή με ηπιότερη μορφή, εάν: Ι. Με τον περιορισμό αυτόν επιδιώκεται η εξυπηρέτηση επιτακτικού λόγου δημοσίου συμφέροντος και II. Ο περιορισμός αυτός είναι πρόσφορο και αναγκαίο μέσο για την εξυπηρέτηση του και, από απόψεως εντάσεως της επεμβάσεως στη σφαίρα της οικονομικής ελευθερίας, τελεί σε εύλογη αναλογία προς τη σπουδαιότητα του επιδιωκομένου να εξυπηρετηθεί επιτακτικού λόγου δημοσίου συμφέροντος, και III. Ο περιορισμός αυτός δεν εισάγει άμεσα ή έμμεσα διακρίσεις ανάλογα με την ιθαγένεια ή όσον αφορά τις επιχειρήσεις ανάλογα με την έδρα τους».
Αρθρο 3
Κατάργηση αδικαιολόγητων απαιτήσεων προηγούμενης διοικητικής άδειας για την άσκηση επαγγελμάτων
« 1. Η απαίτηση προηγούμενης διοικητικής άδειας για την άσκηση επαγγέλματος, πέραν εκείνων για τα οποία διαλαμβάνεται ρύθμιση στο Κεφάλαιο Β` του παρόντος, όταν η χορήγηση της άδειας αυτής συναρτάται προς την αντικειμενικώς διαπιστούμενη κατά δεσμία αρμοδιότητα, συνδρομή νόμιμων προϋποθέσεων, παύει να ισχύει μετά πάροδο τεσσάρων (4) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος. Από το χρονικό εκείνο σημείο και με την επιφύλαξη των οριζομένων στο επόμενο εδάφιο, το επάγγελμα ασκείται ελευθέρως μετά πάροδο τριμήνου από την αναγγελία ενάρξεως ασκήσεως του, συνοδευόμενη από τα νόμιμα δικαιολογητικά για την πιστοποίηση της συνδρομής των νόμιμων προϋποθέσεων, στην κατά τις ισχύουσες στο χρονικό εκείνο σημείο διατάξεις αρμόδια προς αδειοδότηση διοικητική αρχή. Η αρχή αυτή δύναται, εντός τριών (3) μηνών από τη λήψη της αναγγελίας, να απαγορεύσει την άσκηση του επαγγέλματος, στην περίπτωση που δεν συγκεντρώνονται οι νόμιμες προϋποθέσεις προς τούτο ή δεν προκύπτει η συνδρομή τους από τα υποβληθέντα στοιχεία.
Εννομες συνέπειες που προβλέπονται στο νόμο επερχόμενες ή επιβαλλόμενες με διοικητική πράξη ή δικαστική απόφαση, στην περίπτωση ασκήσεως επαγγέλματος χωρίς τη λήψη της απαιτούμενης προς τούτο διοικητικής άδειας, νοούνται μετά πάροδο τεσσάρων (4) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος, συναπτόμενες προς την έναρξη ασκήσεως επαγγέλματος χωρίς προηγούμενη αναγγελία περί τούτου στην αρμόδια διοικητική αρχή και επακόλουθη αναμονή επί τρίμηνο, καθώς και προς την άσκηση του επαγγέλματος παρά τη διατύπωση προς τούτο απαγορεύσεως από την αρμόδια διοικητική αρχή».
Ειρήσθω εν παρόδω, η παρ. 21 άρθρου 66 Ν.3984/2011 (ΦΕΚ Α 150/27.6.2011), με την οποία παρατείνονταν οι προβλεπόμενες από τα άρθρα 2 και 3 του παρόντος νόμου προθεσμίες μέχρι 15.9.2011, για τα επαγγέλματα αρμοδιότητας του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, καταργήθηκε από της ισχύος τους με παρ. 10 εδ. άρθρου 24 Ν. 4002/2011, ΦΕΚ Α 180/22.8.2011.
Σύμφωνα με άρθρα Α.Ν. 1565/1939 ΦΕΚ Α 16 Κώδικας ασκήσεως ιατρικού επαγγέλματος
Άρθρον 14
Απαγορεύεται η πλανοδιακή άσκησις της Ιατρικής. Τακτικαί περιηγήσεις προς παροχήν ιατρικής συνδρομής επιτρέπονται τη εγκρίσει του οικείου Ιατρικού Συλλόγου, όταν συνηγορούν προς τούτο ιδιαίτεραι τοπικαί συνθήκαι.
Άρθρον 15
Απαγορεύεται εις τους Ιατρούς να δέχωνται συστηματικώς καθ’ωρισμένας ημέρας και ώρας αρρώστους προς εξέτασιν ή θεραπείαν εν πόλει ή χωρίω, ένθα δεν είναι εγκατεστημένοι επαγγελματικώς, όταν εν τη πόλει ή τω χωρίω τούτω υπάρχη εγκατεστημένος άλλος Ιατρός. Εάν η πόλις ή το χωρίον ευρίσκεται εκτός της περιφερείας του Ιατρικού Συλλόγου, απαιτείται άδεια του Ιατρικού Συλλόγου, εις τον οποίον τούτο υπάγεται. Κατ’αναλογίαν τα αυτά ισχύουν και προκειμένου περί ειδικού ιατρού. Η απαγόρευσις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζεται εις τας υφισταμένας κατά την ισχύν του παρόντος Νόμου καταστάσεις.
Άρθρον 17
1. Ο Ιατρός δεν δύναται να διατηρή πλειότερα του ενός Ιατρεία. Εξαιρούνται τα εξωτερικά ιατρεία των κλινικών. Δύο ή πλειότεροι ιατροί διαφόρου ειδικεύσεως δύνανται να διατηρώσιν εν κοινόν ιατρείον, οφείλουσιν όμως τους οικονομικούς όρους, υφ’ ούς θα γίνεται η συνεργασία αύτη να υποβάλωσι προηγουμένως εις τον οικείον Ιατρικόν
Σύλλογον, όστις δι’ητιολογημένης αποφάσεως του Δ.Σ. αυτού δύναται ν’απορρίψη εν μέρει ή εν όλω ή να τροποποιήση τούτους. Κατά της αποφάσεως ταύτης επιτρέπεται προσφυγή εις το Υπουργείον Κρατικής Υγιεινής και Αντιλήψεως, όπερ αποφαίνεται τελικώς μετά γνωμάτευσιν του Ανωτάτου Υγειονομικού Συμβουλίου.
Σύμφωνα με άρθρο 7 Ν. 3418/2005 ΦΕΚ Α’
«Άρθρο 7
Τόπος άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος
1. Ο ιατρός ασκεί τα καθήκοντά του στην περιφέρεια του Ιατρικού Συλλόγου στον οποίο έχει εγγραφεί και στη διεύθυνση που έχει δηλώσει. Απαγορεύεται στον ιατρό να διατηρεί περισσότερα του ενός ιατρεία ή εργαστήρια είτε ατομικά είτε σε συνεργασία με άλλον συνάδελφό του ή με τη μορφή ιατρικής εταιρείας.
2. Επιτρέπεται η προσφορά ιατρικών υπηρεσιών στην περιφέρεια άλλου Ιατρικού Συλλόγου, όταν υπάρχει άμεσος κίνδυνος της ζωής ή της υγείας ασθενή ή όταν ο ιατρός καλείται να συμμετάσχει σε ιατρικό συμβούλιο, μετά από πρόσκληση του θεράποντος ιατρού ή του ίδιου του ασθενή ή, σε περίπτωση αδυναμίας αυτού, των οικείων του, σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 22.
3. Απαγορεύεται η πλανοδιακή άσκηση της ιατρικής. Επιτρέπονται οι τακτικές επισκέψεις για την παροχή ιατρικής συνδρομής μετά από άδεια του Διοικητικού Συμβουλίου του κατά τόπο αρμόδιου Ιατρικού Συλλόγου.
4. Επιτρέπεται η παροχή ιατρικής φροντίδας ή η συγκέντρωση επιστημονικών στοιχείων, καθώς και η υλοποίηση προγραμμάτων προληπτικής ιατρικής ή άλλων προγραμμάτων κοινωνικού ή φιλανθρωπικού χαρακτήρα από ιατρικούς ή άλλους φορείς του δημόσιου ή του ιδιωτικού τομέα, μετά από έγγραφη έγκριση του οικείου τοπικού Ιατρικού Συλλόγου, στην οποία ορίζεται ο χώρος, ο χρόνος και ο τρόπος παροχής αυτών των υπηρεσιών».
Αρθρο 29 Ν. 3996/2011 ΦΕΚ Α’ 170/5.8.2011 Ρυθμίσεις για ιατρούς εργασίας
1. Στο άρθρο 7 του ν. 3418/2005 (Α` 287) προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής:
«5. Επιτρέπεται η προσφορά ιατρικών υπηρεσιών από ιατρούς με την ειδικότητα της Ιατρικής της Εργασίας, στην περιφέρεια άλλων ιατρικών συλλόγων χωρίς άδεια των συλλόγων αυτών.»
Κατ’ αναλογία Π.Δ. 84/2001 ΦΕΚ Α’ 70/10.04.2011, όπως σήμερα ισχύει, ιδίως
Άρθρο 28 Ν. 3846/2011 ΦΕΚ Α’ 66/11.5.2010
Η διάταξη του άρθρου 13 του ν. 2071/1992 (ΦΕΚ 123 Α`), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 4 του ν. 2256/ 1994 (ΦΕΚ 196 Α`) και συμπληρώθηκε με την παρ.1 του άρθρου 33 του ν. 3329/2005 (ΦΕΚ 81 Α`), αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Άρθρο 13
Ιδιωτικοί φορείς παροχής υπηρεσιών πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας (Π.Φ.Υ.)
1. Η ιατρική και οδοντιατρική πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας του ιδιωτικού τομέα παρέχεται από τους εξής φορείς:
α. Ιδιωτικά ιατρεία και οδοντιατρεία, β. Ιδιωτικά πολυιατρεία και πολυοδοντιατρεία. γ. Ιδιωτικά διαγνωστικά εργαστήρια, δ. Ιδιωτικά εργαστήρια φυσικής ιατρικής και αποκατάστασης.
2. Η άδεια ίδρυσης και λειτουργίας των παραπάνω φορέων παροχής ιατρικών και οδοντιατρικών υπηρεσιών πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας χορηγείται σε:
α. Φυσικά πρόσωπα ιατρούς ή οδοντιάτρους.
β. Νομικά πρόσωπα οποιασδήποτε μορφής με την προϋπόθεση ότι αποκλειστικός σκοπός τους είναι η παροχή υπηρεσιών Π.Φ.Υ..
γ. Αστικούς συνεταιρισμούς ελευθέρων επαγγελματιών ιατρών εργαστηριακής διάγνωσης, βιοπαθολογίας, κυτταρολογίας και παθολογικής ανατομίας για την κάλυψη των αναγκών των μελών τους.
Για τη χορήγηση της παραπάνω άδειας ίδρυσης και λειτουργίας απαιτείται η υποβολή αιτήσεως του φυσικού προσώπου ή του νόμιμου εκπροσώπου της ιατρικής ή οδοντιατρικής εταιρείας ή του αστικού συνεταιρισμού, η οποία συνοδεύεται από τα απαραίτητα δικαιολογητικά και παράβολο ύψους διακοσίων (200) ευρώ, το ύψος του οποίου μπορεί να αναπροσαρμόζεται με κ.υ.α. του Υπουργού Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και του Υπουργού Οικονομικών.
3. Τα νομικά πρόσωπα της προηγούμενης παραγράφου έχουν:
α. Τη μορφή ανώνυμης εταιρείας, της οποίας η πλειοψηφία του μετοχικού κεφαλαίου (51% τουλάχιστον) ανήκει σε ειδικευμένους ιατρούς ή οδοντιάτρους.
β. Τη μορφή εταιρείας περιορισμένης ευθύνης, της οποίας η πλειοψηφία των εταιρικών μεριδίων της (51% τουλάχιστον) ανήκει σε ειδικευμένους ιατρούς ή οδοντιάτρους.
γ. Τη μορφή προσωπικής εταιρείας του Εμπορικού Κώδικα, της οποίας η πλειοψηφία των εταίρων είναι ειδικευμένοι ιατροί ή οδοντίατροι, καθώς και η πλειοψηφία του εταιρικού κεφαλαίου (51% τουλάχιστον) ανήκει σε ειδικευμένους ιατρούς ή οδοντιάτρους.
δ. Οποιαδήποτε ετέρα νομική μορφή, πλην των ως άνω, όπου η πλειοψηφία των μετεχόντων και του κεφαλαίου τους (51% τουλάχιστον) ανήκει σε ειδικευμένους ιατρούς ή οδοντιάτρους.
4. Οι δικαιούχοι της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου δεν επιτρέπεται να κατέχουν πέραν της μίας άδειας ίδρυσης και λειτουργίας φορέα παροχής υπηρεσιών Π.Φ.Υ. και δεν επιτρέπεται να συστήσουν παραρτήματα για την παροχή υπηρεσιών Π.Φ.Υ. ούτε να λειτουργούν σε μη συνεχόμενα κτίρια.
5. Όπου στο θεσμικό πλαίσιο για τους φορείς Π.Φ.Υ. της παραγράφου 1 προβλέπονται επιστημονικά υπεύθυνοι και επιστημονικοί διευθυντές των εν λόγω φορέων, οι έχοντες τις ως άνω ιδιότητες πρέπει να ανήκουν στον ιατρικό ή οδοντιατρικό σύλλογο της περιφέρειας που είναι εγκατεστημένος ο φορέας Π.Φ.Υ. και απαγορεύεται να οριστούν επιστημονικά υπεύθυνοι ή επιστημονικοί διευθυντές ή να παρέχουν υπηρεσίες οποιασδήποτε μορφής σε περισσότερους από δύο φορείς Π.Φ.Υ..
6. Υπηρεσίες Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας παρέχονται και από άλλους φορείς, όπως τα ιδιωτικά εργαστήρια φυσικοθεραπείας, καθώς και από λοιπούς επιστήμονες και επαγγελματίες του χώρου της υγείας, όπως εργοθεραπευτές, λογοθεραπευτές, ψυχολόγους κ.ά., για τη λειτουργία των οποίων εφαρμόζονται οι εκάστοτε ισχύουσες για κάθε κατηγορία διατάξεις.
7. Με προεδρικό διάταγμα μπορεί να ρυθμιστούν οι ειδικότερες προϋποθέσεις, όροι και προδιαγραφές αδειοδότησης και λειτουργίας των φορέων Π.Φ.Υ. του παρόντος άρθρου. Με το ίδιο ή άλλο προεδρικό διάταγμα μπορεί να ορισθούν κριτήρια και περιορισμοί, που άπτονται της προστασίας της δημόσιας υγείας και του δημοσίου συμφέροντος, καθώς και να ρυθμιστούν ζητήματα που σχετίζονται με τη νομική μορφή, τον τρόπο λειτουργίας, διοίκησης και διαχείρισης των φορέων Π.Φ.Υ. ακόμα και κατά τροποποίηση των υφιστάμενων διατάξεων εν γένει για τα νομικά πρόσωπα του Εμπορικού και του Αστικού Δικαίου και να καθοριστούν μεταβατικές ρυθμίσεις για τους κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου υφιστάμενους φορείς Π.Φ.Υ., καθώς και ο χρόνος και τα ειδικότερα ζητήματα που αναφέρονται στην προσαρμογή τους στις νέες ρυθμίσεις.
8. Μέχρι την έκδοση του ανωτέρω προεδρικού διατάγματος για τους φορείς της παραγράφου 1 ισχύουν οι διατάξεις του π.δ. 84/2001 (ΦΕΚ 70 Α`) κατά το μέρος που δεν έρχονται σε αντίθεση με τις διατάξεις του παρόντος.
9. Οι ήδη λειτουργούντες φορείς Π.Φ.Υ. της παραγράφου 1 οφείλουν να προσαρμοστούν στις διατάξεις του παρόντος σε αποκλειστική προθεσμία δεκαοκτώ (18) μηνών από της δημοσιεύσεως του.»
Άρθρο 29
« Η προθεσμία προσαρμογής των ιδιωτικών φορέων παροχής υπηρεσιών Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας προς τις διατάξεις του π.δ. 84/2001 (ΦΕΚ 70 Α`) που λειτουργούσαν πριν από την έναρξη εφαρμογής του διατάγματος αυτού και η οποία είχε παραταθεί με το ν. 3627/2007 (ΦΕΚ 292 Α`) έως 31.12.2008, παρατείνεται αναδρομικά από 1.1.2009 και για διάστημα δεκαοκτώ (18) μηνών από της δημοσιεύσεως του παρόντος».
ΙΙ. Στην ως άνω περίπτωση έχουμε σύγκρουση νόμων. Ερωτάται δηλαδή αν
Θα πρέπει σε αυτή την περίπτωση να εξετασθεί α. η ερμηνεία του άρθρου Συν 5 παρ. 1 σε συνδ. Με 5 παρ. 5 και 21 παρ. 3, καθώς και β. η προστασία της δημόσιας υγείας. Δεν εξετάζεται το ζήτημα κατά πόσο γενικότερη διάταξη κατισχύει παλαιότερων ειδικότερων διατάξεων.
Θεωρητικά ή απελευθέρωση του ιατρικού επαγγέλματος θα μπορούσε να επιφέρει βελτίωση των υπηρεσιών υγείας, υπό την έννοια ότι η διακίνηση περισσότερων ελεύθερων επαγγελματιών γιατρών θα μπορούσε να βελτιώσει τις συνθήκες στην ελληνική περιφέρεια.
Τα όρια του άρθρου Συν 5 παρ. 1, που αφορούν στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας και την ενγένει οικονομική ελευθερία βρίσκουν τα όριά τους σε Συν άρθρο 5 παρ. 2, που προστατεύει την ανθρώπινη ζωή κάτθε ατόμου που βρίσκεται στην ελληνική επικράτεια, καθώς και άρθρο 5 παρ. 5, και Συν 21 παρ. 3. Ο νομοθέτης με την το Ψήφισμα της 6.4.2005 εκδήλωσε τη βούλησή του να προστατεύσει κατά τρόπο εκτελεστό την προστασία της δημόσιας υγείας.
Ο απλός νομοθέτης με τις προαναφερόμενες διατάξεις των άρθρων 14, 15, 17 Α.Ν. 1565/1939, καθώς και της τροποποιημένης εκδοχής των διατάξεων του άρθρου 7 Ν. 3418/2005 εξασφάλιζε με επιτυχία συγκεκριμένα έννομα αγαθά, της ζωής και υγείας των ελλήνων πολιτών.
Ο μόνος περιορισμός ο οποίος τίθεται είναι η άδεια του Ιατρικού Συλλόγου στον οποίο ανήκει ο γιατρός, που σκοπό έχει την ως άνω διασφάλιση των δικαιωμάτων, η οποία ελέγχεται, αν ασκείται μη σύννομα ή καταχρηστικά από τη δικαστική εξουσία.
Η ιδιορρυθμία έγκειται στο ότι η ελληνική περιφέρεια έχει ιδιομορφίες που δεν υπάρχουν σε άλλα κράτη. Η αστυφιλία είναι καθοριστική, δεδομένου του ότι το 70% και πλέον του πληθυσμού κατοικούν σε μεγάλες πόλεις, υπάρχουν περί τα 2.500 νησιά, τα οποία είναι ελκυστικοί τουριστικοί προορισμοί μόνο κατά τη διάρκεια του θέρους, αλλά το χειμώνα παραμένουν έρημα με ελάχιστους κατοίκους. Η με βεβαιότητα αναμενόμενη «κατακτητική» τάση γιατρών από την Αθήνα, Θεσσαλονίκη και άλλες πόλεις προς τουριστικούς ιδίως προορισμούς το καλοκαίρι (βλ. ιδίως Κέρκυρα, Ρόδος, Μύκονος, Σαντορίνη, Κως, Κρήτη) θα έχει ως αποτέλεσμα την ερήμωση κατά το χειμώνα από γιατρούς, οι οποίοι πλέον δεν θα έχουν ως κίνητρο την παραμονή τους σε απομακρυσμένα νησιά εφόσον το μέχρι τώρα κίνητρο της τρίμηνης, τετράμηνης ή πεντάμηνης τουριστικής σαιζόν, δεν θα υφίσταται πλέον προς αντιστάθμισμα των απωλειών του χειμώνα. Έτσι κατά τη διάρκεια του χειμώνα κανείς πλέον περιορισμός δεν θα υπάρχει για τους γιατρούς των νησιών ή ακριτικών περιοχών ή απομακρυσμένων περιοχών και έτσι το μεν χειμώνα θα κατακλύζουν τα μεγάλα αστικά κέντρα, το δε καλοκαίρι θα ενδημούν σε μεγάλους τουριστικούς προορισμούς με σκοπό την αποκόμιση κέρδους.
Παράλληλα θα ενισχυθούν οι «επεκτατικές» τάσεις από Αθήνα προς Βοιωτία, Κόρινθο, Άργος, Ναύπλιο και ενγένει κοντινές περιοχές –αντίστοιχα σε Θεσσαλονίκη, Πάτρα κλπ. προς επίσης γειτονικούς νομούς ή περιοχές- με αποτέλεσμα τον ουσιαστικό μαρασμό αυτών των περιοχών και την εξαφάνιση ουσιαστικά των γιατρών των περιοχών αυτών σε μόνιμη βάση και τη μετακόμισή τους σε αστικά κέντρα, χωρίς προϋποθέσεις και χωρίς κανόνες.
Τους περιορισμούς αυτούς δεν πρόβλεψε ακόμη ο νομοθέτης του Ν. 3919/2011, επείγει όμως η ρύθμιση με βάση την παρ. 4 του άρθρου 2 Ν. 3919/2011, ώστε να υπάρχει και η νομοθετική κατοχύρωση της δυνατότητας των Ιατρικών Συλλόγων ως οργάνων και συμβούλων του Υπουργού Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και με σκοπό της προστασίας της ανθρώπινης ζωής και δημόσιας υγείας που είναι υπέρτερο δημόσιο συμφέρον, Συντ 5 παρ. 2 και 5. Ας σημειωθεί ότι αυτή η διακριτική ευχέρεια που απονέμεται προς τους Ιατρικούς Συλλόγους δεν θίγει ιδιαίτερα την ελευθερία του επαγγέλματος, ενός επαγγέλματος που λόγω των μακρόχρονων σπουδών ούτως ή άλλως παρουσιάζει ιδιαιτερότητες και δεν είναι εύκολο για τον καθένα, δεν στοιχειοθετεί δε κάποιο περιοριστικό αριθμό ατόμων, μόνο πιστεύουμε ότι ως ελάχιστο πρέπει να διατηρηθεί η ισορροπία κατά τα ανωτέρω και οι αρμοδιότητες των Ιατρικών Συλλόγων ως προς το ζήτημα αυτό.
Επομένως νομίζουμε ότι για τους ανωτέρω λόγους υπερισχύουν οι σημερινές κείμενες διατάξεις.