Όσο και αν η αναστολή των ιατρικών συμβάσεων με τον ΟΠΑΔ που αποφάσισε η Γενική Συνέλευση του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου, είχε προαναγγελθεί έγκαιρα και απασχόλησε την κοινή γνώμη, η έναρξή της από 1 Δεκεμβρίου 2011 προκάλεσε έκδηλα αισθήματα αμηχανίας όχι μόνο στους ασφαλισμένους του Δημοσίου αλλά και στους ίδιους τους ιατρούς.
Και αυτό διότι δεν είναι εύκολο να συνειδητοποιηθεί ότι, ξαφνικά αλλάζει ένα σύστημα περίθαλψης που είχε αποκτήσει εθιμικό χαρακτήρα μετά από δεκαετίες λειτουργίας, το οποίο αφενός διασφάλιζε την ελεύθερη πρόσβαση των ασφαλισμένων στα ιδιωτικά ιατρεία δαπάναις του Δημοσίου, αφ ετέρου στήριζε ικανοποιητικά το ιατρικό εισόδημα.
Όσοι όμως παρακολούθησαν στοιχειωδώς τα πολιτικοοικονομικά δρώμενα, ιδιαίτερα τα δύο τελευταία χρόνια, αντιλαμβάνονται ότι αυτή η εξέλιξη είχε προαναγγελθεί σαφέστατα και με νομοθετική κατοχύρωση.
Το διαμορφωθέν νομικό πλαίσιο ορίζει σαφώς ότι, ο ΟΠΑΔ έχει παύσει να υφίσταται, καθώς ενσωματώθηκε στον ΕΟΠΥΥ και ότι το ελληνικό Δημόσιο ΔΕΝ θα χρηματοδοτήσει τον ΕΟΠΥΥ για την εξόφληση των οφειλών του ΟΠΑΔ μετά τις 31.12.2010.
Συμπληρωματικά, έρχεται και η περαιτέρω απαλλαγή του ΕΟΠΥΥ ως καθολικού διαδόχου του ΟΠΑΔ από τα χρέη του, με τον δημοσιεθέντα στο ΦΕΚ Ενιαίο Κανονισμό Παροχών Υγείας, που ορίζει την παραγραφή των πέραν του έτους υποχρεώσεων του.
Με το δεδομένο επομένως ότι ο ΟΠΑΔ οφείλει ήδη στους συμβεβλημένους ιατρούς δεδουλευμένα ενός και ημίσεως έτους ενώ εκ του νόμου δεν πρόκειται να εγκριθούν δαπάνες του λήγοντος ήδη έτους 2011, καθίσταται νομοτελειακή η αναστολή των ιατρικών συμβάσεων, καθόσον η διατήρηση τους δεν έχει πλέον κανένα αντίκρισμα στο ιατρικό εισόδημα.
Σε ορισμένες περιοχές της χώρας οι αναστολές των ιατρικών συμβάσεων έχουν μαζικό και συνολικό χαρακτήρα.
Σε κάποιες άλλες, επειδή το μέγεθος του ζητήματος δεν έχει συνειδητοποιηθεί επαρκώς, η συμμετοχή είναι περιορισμένη. Όσο όμως οι ημέρες περνούν και εμπεδώνεται η αδιέξοδη υφιστάμενη κατάσταση, αναπόφευκτα η αναστολή θα λάβει συνολικό χαρακτήρα παντού.
Η Ιατρική Κοινότητα στα πλαίσια της κοινωνικής της ευθύνης απεφάσισε την αναστολή και ΟΧΙ την διακοπή των συμβάσεων, προκειμένου να δοθεί η δυνατότητα στους ασφαλισμένους του Δημοσίου, να διεκδικούν από τον Ασφαλιστικό τους Οργανισμό τις δαπάνες ιατρικής περίθαλψης, στις οποίες υποβάλλονται.
Έτσι σύμφωνα με τις οδηγίες που εκδόθηκαν από τον Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο, οι ασφαλισμένοι του Δημοσίου θα καταβάλλουν προσωπικά τα ποσά που αναγνωρίζει το Δημόσιο σύμφωνα με τις κρατικές τιμές, στους ελευθεροεπαγγελματίες ιατρούς που έχουν αναστείλει την σύμβασή τους, θα λαμβάνουν τα νόμιμα παραστατικά και θα τα υποβάλλουν στις κατά τόπους ΥΠΑΔ, προς εκκαθάριση και εξόφληση.
Η εξέλιξη του θέματος με δεδομένη την δραματική μείωση των εισοδημάτων, θα έχει αναπόφευκτα σοβαρές κοινωνικές επιπτώσεις. Γίνεται όμως γενικότερα αποδεκτό ότι η περίθαλψη των ασφαλισμένων του Δημοσίου δεν μπορεί να στηριχθεί στην άνευ αμοιβής ιατρική εργασία.
Οι αρμόδιοι κυβερνητικοί παράγοντες, στην προσπάθειά τους να ανακόψουν αυτήν την εξέλιξη προκειμένου να αποφύγουν το κοινωνικό και πολιτικό κόστος, θα επιχειρήσουν με θεμιτά και αθέμιτα μέσα να δυσφημίσουν το ιατρικό σώμα και να παραπλανήσουν την κοινή γνώμη. Ενδεχομένως θα υπάρξουν αντίποινα μέτρα του τύπου, της πλήρους κατάργησης των συμβάσεων, του αποκλεισμού από την ηλεκτρονική συνταγογράφηση και της μη απόδοσης των δαπανών στους ασφαλισμένους.
Καθίσταται απολύτως κατανοητό ότι όλα αυτά τα ενδεχόμενα μέτρα θα στρέφονται εναντίον των ασφαλισμένων, οι οποίοι χωρίς να έχουν καμμία ευθύνη για την κατάσταση, θα αποστερηθούν των διευκολύνσεων που διασφαλίζει η απόφαση αναστολής των ιατρικών συμβάσεων με τον ΟΠΑΔ, ώστε να εξακολουθήσουν να απολαμβάνουν χωρίς προσωπική επιβάρυνση, τις ιατρικές υπηρεσίες που παρέχονταν προηγουμένως.
Σε αυτήν την περίπτωση τον λόγο έχουν οι ίδιοι οι ασφαλισμένοι του Δημοσίου, μέσω των αντιπροσωπευτικών τους Φορέων.
Αν σε αυτήν την κρίσιμη ιστορικά περίσταση οι Φορείς εκπροσώπησης των Δημοσίων Υπαλλήλων και των Συνταξιούχων, δεν παρέμβουν δυναμικά και με τους τρόπους που γνωρίζουν για να προστατεύσουν τα μέλη τους, θα έχουν αυτοκαταργηθεί συναινώντας ουσιαστικά στην δραματική υποβάθμιση του επιπέδου περίθαλψης των ασφαλισμένων.