“Κάθε νέα τάξη η οποία τίθεται στη θέση μιας άλλης που κυριαρχούσε πριν από αυτήν, είναι αναγκασμένη, ήδη για να διεκπεραιώσει το σκοπό της, να παραθέσει το συμφέρον της ως το κοινό συμφέρον όλων των μελών της κοινωνίας, δηλαδή με ιδεατή έκφραση: να αποδώσει στις σκέψεις της τη μορφή της γενικότητας, να την παραθέσει ως την μοναδική έλλογη, γενικά ισχύουσα.” (Κ. Μαρξ, Φ. Ένγκελς -Γερμανική Ιδεολογία)
Όψιμα κάποιοι θιασώτες του «αποτυχημένου εκσυγχρονισμού», φαίνεται να γοητεύτηκαν και από την “σοσιαλιστική” εκδοχή του ακραίου νεοφιλελευθερισμού. Δεν πρόκειται για μια απλή προσχώρηση στο λεγόμενο ρεύμα του εξισωτικού ελευθερισμού (libertarianism) ο οποίος απορρίπτει την έντονη παρεμβατικότητα του κράτους για να επιβάλει δημόσια κάποιες επιλογές, διότι κάτι τέτοιο θα αντίβαινε στις αρχές της υποκειμενικής ελευθερίας και του αυτοκαθορισμού.
Με βάση αυτή την σχολή, η οποία εκφράζεται από θεωρητικούς όπως ο John Rawls , ο Ronald Dworkin και με πιο αριστερή κατεύθυνση ο Michael Otsuka, ο κάθε άνθρωπος οφείλει να προσδιορίζει ανεμπόδιστος τι είναι καλό γι’ αυτόν- γιατί, κάθε προσπάθεια κυβερνητικής επιβολής θα είχε περισσότερο δυσάρεστες συνέπειες απ’ ό,τι η απουσία της.
Παράλληλα ωστόσο οι εξισωτιστές θεωρούν απαραίτητο ένα γενικά αποδεκτό, μη διαπραγματεύσιμο και κοινό πλαίσιο το οποίο θα προστατεύει και θα διευκολύνει τη συνύπαρξη και την πραγμάτωση των διαφορετικών ατομικών αντιλήψεων. Γι’ αυτό το λόγο τονίζουν ότι θα πρέπει να εξασφαλίζεται για τον κάθε πολίτη ένα ίσο μερίδιο από τα αναγκαία μέσα, όπως δικαιώματα, ελευθερίες, ευκαιρίες και πλούτο, προκειμένου να πραγματοποιήσει τα σχέδιά ζωής του.
Εάν για τους Έλληνες εκσυγχρονιστές ίσχυε μια τέτοια μεταστροφή , ενδεχομένως θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για ένα εγχείρημα ανανέωσης της κεντροαριστεράς.
Εδώ μιλάμε όμως για κανονική προσχώρηση σε νεοφιλελεύθερα ιδεώδη όπως η ανενόχλητη λειτουργία της οικονομίας της αγοράς η οποία “ρυθμίζει” τα πάντα ορθά μόνη σαν αόρατο χέρι, η μείωση του εργασιακού κόστους και των συντάξεων για λόγους ανταγωνιστικότητας, η απόλυτη απελευθέρωση των επαγγελμάτων, η κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, η σκληρή πολιτική λιτότητας, η περιστολή του κράτους πρόνοιας κοκ.
Όλα αυτά προβάλλονται από πολλούς όχι ως εξαναγκαστική συνταγή των δανειστών της Ελλάδας, αλλά ως αναγκαία μεταρρύθμιση.
Με όρους συγκεκριμένης οικονομικής πολιτικής πρόκειται για ολοκληρωτική αποστροφή από την λογική της αναδιανομής για την τόνωση της αγοραστικής δύναμης των πολλών και ως εκ τούτου την ενίσχυση της ζήτησης, μια οικονομική θεώρηση που πρέσβευε ο Johh Meynard Keynes.
Ούτε καν το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα δεν προκρίνεται που είχε προτείνει ο σύγχρονος θεωρητικός του νεοφιλελευθερισμού Milton Friedman.
Η μεταστροφή αυτή οφείλεται προφανώς στο γεγονός ότι τον τελευταίο καιρό ζούμε την πολυεπίπεδη εξάντληση των εκσυγχρονιστικών επιλογών.
Οι μνήμες άλλωστε από την εκσυγχρονιστική διακυβέρνηση παραπέμπουν στην ένταση του παρασιτικού χαρακτήρα της ελληνικής οικονομίας, εγκαταλείποντας τον παραγωγικό ιστό στην αφόρητη πίεση του παγκοσμιοποιημένου ανταγωνισμού.
Τα ευρωπαϊκά προγράμματα αξιοποιήθηκαν μεταπρατικά, κατασκευάζοντας δρόμους και γέφυρες, και οι υπόλοιποι πόροι διοχετεύτηκαν στη δημιουργία ενός υπερδιογκωμένου δικτύου, συχνά άχρηστων, υπηρεσιών.
Την ίδια περίοδο εντάχθηκε η χώρα άνευ όρων στο ευρώ, αδιαφορώντας για μια σειρά από καταστροφικές συνέπειες όπως, το ότι επρόκειτο για ένα «σκληρό νόμισμα», του οποίου η αξία διαμορφώνεται από τους παραγωγικούς κολοσσούς της Ε.Ε.– τη Γαλλία και κυρίως τη Γερμανία, γεγονός που οδηγεί μαθηματικά σε άνοδο των τιμών και συμπίεση της αγοραστικής δύναμης του ελληνικού νοικοκυριού· αλλά και για το ότι ακυρώνει, μέσα από την εκχώρηση της νομισματικής και των βασικών παραμέτρων της δημοσιονομικής πολιτικής, στην κεντρική ευρωπαϊκή τράπεζα και το σύμφωνο σταθερότητας, οποιοδήποτε μέσο (υποτιμήσεις κ.λπ.) που διαθέτει μια αδύναμη οικονομία σαν την δικιά μας, προκειμένου να προφυλαχθεί από τις πιέσεις του διεθνούς ανταγωνισμού.
Έτσι στήθηκε το σκηνικό μιας κοινωνίας, η οποία καταναλώνει πολύ περισσότερα από αυτά που παράγει, εισάγει σε ακριβές τιμές και εξάγει ελάχιστα , αδυνατώντας έτσι να καλύψει με τα εισοδήματά της, τις ανάγκες που της επιβάλλει ο καταναλωτικός τρόπος ζωής που έχει υιοθετήσει και οδηγεί, εν τέλει, στα αντίθετα αποτελέσματα: ακρίβεια, ανέχεια, ανεργία, διάρρηξη της κοινωνικής συνοχής, υπερχρέωση των ελληνικών νοικοκυριών στις τράπεζες.
Η Νέα Δημοκρατία, παρόλο που ανήλθε στην εξουσία, εξ αιτίας ακριβώς της αντίδρασης της πλειοψηφίας του λαού στο εκσυγχρονιστικό μοντέλο , στο διάστημα που κυβερνούσε , αποδείχτηκε παντελώς ανίκανη να μεταβάλει την διατεταγμένη πορεία της χώρας.
Μπροστά στην ανάδυση των πολλαπλών αδιεξόδων που επιφέρει η εξάντληση της εκσυγχρονιστικής στρατηγικής, συνέχισε την πεπατημένη του προκατόχου της.
Οι κυβερνητικές επιλογές, ευθυγραμμίστηκαν με το παλιό εκσυγχρονιστικό πρότυπο και συνδυάστηκαν με ακόμη μεγαλύτερη πελατοκρατεία και σπατάλη.
Στο πεδίο της οικονομίας, ο λεγόμενος μεσαίος χώρος , επέμεινε στην παρασιτική λογική, αρνούμενος να στηρίξει πτυχές δραστηριότητας που ενθαρρύνουν την ενδογενή συσσώρευση, δημιουργούν νέες θέσεις εργασίας και βελτιώνουν τα εισοδήματα.
Το αποτέλεσμα από όλα αυτά είναι, ότι η Ελλάδα οδηγήθηκε στα πρόθυρα της πτώχευσης, με τους πρωταγωνιστές της να παίζουν Ping Pong για τις ευθύνες. Τόσο το ΠΑΣΟΚ όσο και η ΝΔ έχουν περιπέσει σε μια κατάσταση ακινησίας, ανυποληψίας και ολοκληρωτικής αδυναμίας να αλλάξουν τα πράγματα.
Οι πάλαι ποτέ εκσυγχρονιστές του ΠΑΣΟΚ δεν θέλουν και δεν μπορούν να αντιταχθούν στα νεοφιλελεύθερα μέτρα, εξ αιτίας της εξάρτησης τους από τους επιχειρηματικούς κύκλους, ούτε βέβαια είναι διατεθειμένοι να θέσουν προσκόμματα σε οτιδήποτε ζηταει η τρόικα.
Επιθυμούν να επιβληθούν αυτά τα μέτρα από την παρούσα κυβέρνηση «και να βρουν έτοιμο» έδαφος οι ίδιοι, όταν θα επανέλθουν πιο δυναμικά στο προσκήνιο.
Όλη αυτή την κυβερνητική περίοδο του ψευδή εκσυγχρονισμού της Ελλάδας καλλιεργήθηκε ο δημοφιλής μύθος αλλά εξίσου ανακριβής, ότι η οικονομία της χώρας είτε αναπτύσσεται είτε συρρικνώνεται.
Αυτή την απίστευτη μυθοπλασία επιχειρεί να αναπαράγει και ο τρέχον κύκλος εξουσίας.
Αυτό όμως που πραγματικά συμβαίνει με όρους εισοδηματικής διανομής, είναι ότι απλά το κεφάλαιo, το χρήμα, άλλαξε τσέπες, ενίοτε δε και χώρα.
΄Ένας νέος κύκλος συσσώρευσης κεφαλαίου, που κατ’ ουσίαν δεν απέβη προς όφελος της πραγματικής οικονομίας, άρα δεν επέτεινε την ανάγκη για περισσότερη εργασία.
Ταυτόχρονα, καλλιεργήθηκε την περίοδο αυτού του εξουσιαστικού κύκλου 1993 – 2009 το φαινόμενο της διαφθοράς, τo οποίo δεν είναι σύγχρονο φαινόμενο . Ήταν γνωστό και στην αρχαιότητα.
Από τα πρώτα μάλιστα στάδια του ανθρώπινου πολιτισμού αναγνωριζόταν ότι όποιος είναι σε θέση που ασκεί δημόσια εξουσία, δελεάζεται να χρησιμοποιήσει τη δημόσια θέση του για προσωπικό όφελος.
Ενδεικτικά η Ελλάδα κατατασσόταν το 2010 στην 78 η θέση διαφάνειας του δημόσιου τομέα (δημόσιας διοίκησης, πολιτικών και γενικότερα του δημόσιου χώρου) παγκοσμίως.
Υπήρχαν δηλαδή 77 χώρες που θεωρείται ότι ο δημόσιος τομέας τους ήταν λιγότερο διεφθαρμένος.
Έρευνες της Διεθνούς Διαφάνειας (2009) δείχνουν ότι στην Ελλάδα τα πολιτικά κόμματα θεωρούνται ο θεσμός με την υψηλότερη διαφθορά στη χώρα, η οποία εκτιμάται ότι είναι από τις υψηλότερες παγκοσμίως.
Από τις 69 χώρες του δείγματος, μόνο η Βολιβία και ο Παναμάς εκτιμάται ότι συνδέονται με υψηλότερο από την Ελλάδα βαθμό διαφθοράς των πολιτικών κομμάτων, ενώ η Ουκρανία θεωρείται ότι συνδέεται με τον υψηλότερο μέσο βαθμό διαφθοράς των θεσμών (υψηλότερο μέσο σκορ) στο σύνολο των 69 χωρών.
Όσον αφορά την ποιότητα διακυβέρνησης , έρευνα της Παγκόσμιας Τράπεζας (2009) δείχνει ότι η Ελλάδα σημειώνει τη χαμηλότερη βαθμολογία μεταξύ των χωρών υψηλού εισοδήματος.
Πίσω από την Ελλάδα είναι χώρες όπως η Γουινέα .
Η Ελλάδα είναι η χώρα που σύμφωνα με τις υπάρχουσες εκτιμήσεις παρουσιάζει τους μεγαλύτερους δείκτες αντίληψης διαφθοράς στην Ευρωζώνη, ενώ συγκαταλέγεται στις χώρες με το χαμηλότερο κατά κεφαλή εισόδημα, ακόμη και όταν αυτό εκφράζεται σε μονάδες σταθερής αγοραστικής δύναμης.
Με βάση την σύγχρονη οικονομική επιστήμη ο αποτελεσματικός περιορισμός της διαφθοράς στη χώρα μας θα είχε σημαντικές σημαντικές θετικές επιπτώσεις και στην οικονομική ανάπτυξη.
Έτσι, η κατάλληλη αναπτυξιακή πολιτική των κυβερνήσεων, δεν μπορεί να μην υιοθετεί, ως έναν από τους βασικούς της άξονες, τον ουσιαστικό περιορισμό της διαφθοράς.
Η πραγματική πετρελαιοπηγή βρίσκεται συνεπώς στην καταπολέμηση της διαφθοράς που ο εκσυγχρονισμός σοσιαλιστικού ή συντηρητικού τύπου εξέθρεψε. Γιατί άραγε στο συγκεκριμένο θέμα δεν υπάρχει ουσιαστική πρόοδο σε πραγματικά αποτελέσματα, παρά μόνο σε αήθης βερμπαλισμούς που ενοχοποιούν συλλογικά τον ελληνικό λαό και βγάζουν λάδι την σοσιαλιστική -νεοφιλελεύθερη νομενκλατούρα;
Για να μην πληγεί ακόμη περισσότερο η υπόληψη της πολιτικής και εντέλει της δημοκρατίας έφτασε η ώρα να αποστραφεί η κεντροαριστερά από τον μικροπολιτικό οπορτουνισμό των γυρολόγων της εξουσίας.
Ο σκοπός δεν είναι τα κόμματα να επιβιώνουν στο διηνεκές ακόμα και μιας επερχόμενης πυρηνικής καταστροφής, μόνο και μόνο για να εκφραστούν οι καιροσκόποι των σπηλαίων.
Σωκράτης Αργύρης
Οικονομολόγος -ιστορικός
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_civ_493739_15/12/2002_47127
http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=320113