Της Νικολέττας Μπούκα
bouka@makthes.gr
“Γυμνά” από αιμοδυναμικά εργαστήρια παραμένουν πολλά νοσοκομεία της Βόρειας Ελλάδας. Αποτέλεσμα είναι οι ασθενείς που παθαίνουν οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου είτε να διακομίζονται αναγκαστικά σε νοσηλευτικά ιδρύματα που δεν έχουν αιμοδυναμικό εργαστήριο και να αντιμετωπίζονται με ό,τι μέσα υπάρχουν είτε να διακομίζονται σε νοσηλευτικά ιδρύματα που διαθέτουν αιμοδυναμικό εργαστήριο, αλλά αφού προηγουμένως έχει χαθεί πολύτιμος χρόνος, με ορατό τον κίνδυνο να χάσουν την ίδια τη ζωή τους.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του Ιπποκράτειου νοσοκομείου Θεσσαλονίκης, όπου η δημιουργία αιμοδυναμικού εργαστηρίου παραμένει στα χαρτιά επί πέντε χρόνια. Αυτό σημαίνει ότι, όταν το Ιπποκράτειο εφημερεύει, ο ασθενής με οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου χαρακτηρίζεται “άτυχος”, διότι οι γιατροί είναι αναγκασμένοι να συνεννοηθούν και να τον στείλουν εγκαίρως σε άλλο νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης που διαθέτει αιμοδυναμικό εργαστήριο (Παπαγεωργίου, Παπανικολάου, ΑΧΕΠΑ), προκειμένου να υποβληθεί σε πρωτογενή αγγειοπλαστική και να σωθεί η ζωή του. Σε διαφορετική περίπτωση, ο ασθενής υποβάλλεται σε θρομβόλυση και στη συνέχεια σε στεφανιογράφημα και αγγειοπλαστική.
Την ανάγκη λειτουργίας περισσότερων αιμοδυναμικών εργαστηρίων στην Ελλάδα, αλλά και ενίσχυσης με προσωπικό και εξοπλισμό αυτών που ήδη λειτουργούν, επισημαίνει ο πρόεδρος της Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας, καθηγητής Καρδιολογίας, Γεώργιος Παρχαρίδης.
“Ο εμφραγματίας πρέπει να φτάσει στο νοσοκομείο εγκαίρως, εντός των πρώτων δύο ωρών από τη στιγμή του εμφράγματος. Εάν υπάρχει αιμοδυναμικό εργαστήριο, μπορεί να γίνει πρωτογενής αγγειοπλαστική, η οποία αποτελεί σήμερα τη θεραπεία εκλογής του οξέος εμφράγματος του μυοκαρδίου. Μάλιστα, ελαττώνει τη βραχυπρόθεσμη θνητότητα (χρόνος μικρότερος των 6 εβδομάδων) κατά 34% και τη μακροπρόθεσμη θνητότητα (χρόνος μεγαλύτερος από έναν χρόνο) κατά 24%. Τα ποσοστά επαναιμάτωσης με πρωτογενή αγγειοπλαστική είναι πολύ μεγάλα σε ορισμένες χώρες, αγγίζοντας το 50%-80%, ενώ η Ελλάδα μέχρι το 2009 εμφάνιζε ποσοστό μόλις 9%, το οποίο σήμερα φτάνει στο 20%”, τονίζει ο κ. Παρχαρίδης.
Παράλληλα, εξηγεί ότι οι εμφραγματίες που διακομίζονται σε νοσοκομείο χωρίς αιμοδυναμικό εργαστήριο συνήθως υποβάλλονται σε θρομβόλυση. Το ποσοστό θνητότητάς τους πριν από τη θρομβόλυση είναι 12%-14%, μετά τη θρομβόλυση μειώνεται στο 7%, ενώ αν είχαν τη δυνατότητα να υποβληθούν σε πρωτογενή αγγειοπλαστική το ποσοστό θα άγγιζε το 4%.
Πρόγραμμα “Stent For Life”
Για τον λόγο αυτό η Ελληνική Καρδιολογική Εταιρεία (ΕΚΕ) προχωρά σύντομα στη χώρα μας στην καταγραφή των ασθενών που υποβάλλονται σε πρωτογενή αγγειοπλαστική, στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού προγράμματος “Stent For Life”.
Οι προτεραιότητες του προγράμματος είναι:
1. Προσδιορισμός χωρών με άμεση ανάγκη βελτίωσης της επεμβατικής θεραπείας των οξέων στεφανιαίων συνδρόμων.
1α. Εφαρμογή ενεργού προγράμματος πρωτογενούς αγγειοπλαστικής, με στόχο την πραγματοποίησή της στο 70% των ασθενών με οξύ έμφραγμα μυοκαρδίου.
2. Εκπαίδευση του προσωπικού του ΕΚΑΒ και ανάλογος εξοπλισμός των ασθενοφόρων.
2α. Δυνατότητα αποστολής ηλεκτροκαρδιογραφήματος (τηλεϊατρική) στο νοσοκομείο με αιμοδυναμικό εργαστήριο.
2β. Μεταφορά με ελικόπτερο από ορεινές ή νησιωτικές περιοχές. Το σημαντικότερο γεγονός για να είναι επιτυχής μια πρωτογενής αγγειοπλαστική είναι ο χρόνος μετάβασης σε νοσοκομείο με αιμοδυναμικό εργαστήριο. Ο χρόνος αυτός μπορεί να είναι στο πλαίσιο του ιδεατού, δηλαδή να φτάσει ο ασθενής στο νοσοκομείο μέσα σε δύο ώρες από την έναρξη του καρδιακού επεισοδίου όταν παρακάμπτονται τα νοσοκομεία χωρίς αιμοδυναμικό εργαστήριο και όταν ειδοποιείται τηλεφωνικά το αιμοδυναμικό-διαγνωστικό ΗΚΓ. Μπορεί, επίσης, ο ασθενής να εισάγεται σε νοσοκομείο χωρίς αιμοδυναμικό, αλλά μετά τη διάγνωση να παραπέμπεται σε νοσοκομείο με αιμοδυναμικό εργαστήριο.