Σύμφωνα με εκείνη την πρώτη εκτίμηση η ζημία την οποία είχε υποστεί για το έτος 2008 το νοσοκομείο ανερχόταν περίπου στο 1 εκατομμύριο ευρώ και αφορούσε παράνομες παραγγελίες υλικών σε συνεργασία γιατρών και εταιρειών στην ορθοπεδική και τη νευροχειρουργική κλινική. Σε νέα συμπληρωματική έρευνα που ακολούθησε από τους ίδιους επιθεωρητές και συμπεριέλαβε και το 2009 διαπιστώθηκε ότι η ζημία ήταν περίπου τριπλάσια, καθώς ανήλθε στα 2,8 εκατ. ευρώ. Σύμφωνα μάλιστα με πηγή του υπουργείου Υγείας «η πραγματική ζημία που υπέστη το νοσοκομείο, εάν συνυπολογίσουμε και τις υπόλοιπες κλινικές στις οποίες δεν κατέστη δυνατόν να γίνει έλεγχος, ενδέχεται να υπερβαίνει τα 5 εκατομμύρια ευρώ».
Ανώτερο κυβερνητικό στέλεχος του υπουργείου αναφέρει στη «Θ» ότι «το τελικό πόρισμα είναι ιδιαιτέρως αποκαλυπτικό αναφορικά με τη διαπλοκή μεταξύ γιατρών και εταιρειών με σκοπό τον παράνομο πλουτισμό αμφοτέρων». Επίσης γίνεται καταλογισμός της ζημίας σε κάθε γιατρό ξεχωριστά αλλά και ανά εταιρεία. Ο κυβερνητικός παράγων ωστόσο απέφυγε να σχολιάσει το γεγονός ότι σχεδόν ενάμιση χρόνο μετά την αποκάλυψη της υπόθεσης δεν έχει επιβληθεί ουσιαστικά καμία ποινή στους εμπλεκόμενους γιατρούς, ενώ με ευθύνη της διοίκησης του νοσοκομείου δεν έχουν κινηθεί ούτε οι αναγκαίες διαδικασίες σε βάρος των προμηθευτριών εταιρειών. Το μόνο που έγινε, κι αυτό κατόπιν σχετικής πρωτοβουλίας των επιθεωρητών Θανάση Βλάχου και Νίκου Τανίδη, οι οποίοι χειρίστηκαν εξ αρχής την υπόθεση, ήταν ένας άτυπος εξωδικαστικός συμβιβασμός με ορισμένες από τις εταιρείες, οι οποίες επέστρεψαν ουσιαστικά στο νοσοκομείο τα ποσά με τα οποία θεωρήθηκε ότι το ζημίωσαν.
Οι παρανομίες
Υπενθυμίζεται ότι η έρευνα εστιάστηκε στην προμήθεια όλων των εμφυτεύσιμων υλικών που αφορούσαν την ορθοπεδική και τη νευροχειρουργική κλινική του «Ιπποκρατείου». Ωστόσο οι γιατροί έγραψαν στα παλιά τους τα παπούτσια τις υπογραφείσες συμβάσεις, και όπως προέκυψε από τον έλεγχο, ο καθένας παρήγγειλε ό,τι υλικό ήθελε, στην τιμή στην οποία εκείνος συμφωνούσε με την εταιρεία της αρεσκείας του, αγνοώντας πλήρως τις συμβάσεις και παραβιάζοντας όλους τους κανόνες εσωτερικής λειτουργίας του νοσοκομείου. Από την πλευρά τους οι εταιρείες, πολλές εκ των οποίων μάλιστα είχαν επιλεγεί μέσω του διαγωνισμού, προμήθευαν τα υλικά σε τιμές υψηλότερες αυτών που προβλέπονταν στις συμβάσεις τις οποίες είχαν συνάψει με το νοσοκομείο!
Σύμφωνα με το πόρισμα των επιθεωρητών οι γιατροί προμηθεύονταν τα υλικά με απευθείας τηλεφωνική επικοινωνία με τον ιατρικό επισκέπτη-πωλητή, πολλοί από τους οποίους μάλιστα συμμετείχαν παρανόμως στα χειρουργεία. Στις περισσότερες περιπτώσεις μάλιστα το δελτίο παραγγελίας των υλικών, καθώς και τα τιμολόγια αγοράς τους εκδίδονταν πολλούς μήνες μετά τη χρήση τους. Πολλά από αυτά τα δελτία δεν υπογράφονταν από κανέναν εκπρόσωπο του νοσοκομείου και συνεπώς ουδείς μπορούσε να ελέγξει από ποιους γιατρούς χρησιμοποιήθηκαν, πόσα από αυτά αξιοποιήθηκαν και σε ποιους ασθενείς τοποθετήθηκαν. Από το συμπληρωματικό έλεγχο προέκυψε επίσης ότι υπήρχαν παράνομες αποθήκες εταιρειών μέσα στα χειρουργεία με στόχο την προώθηση συγκεκριμένων υλικών.
Ο καταλογισμός στους γιατρούς
Σύμφωνα με το τελικό πόρισμα του ΣΕΥΥΠ από τους συνολικά δεκατέσσερις γιατρούς οι οποίοι ελέγχθηκαν ευθύνες προκύπτουν για τους έντεκα (έξι της ορθοπεδικής και πέντε της νευροχειρουργικής). Για τους υπόλοιπους τρεις (ένας της ορθοπεδικής και δύο της νευροχειρουργικής) εκτιμήθηκε ότι δεν συνετέλεσαν στη ζημία του νοσοκομείου.
Ο βαρύτερος καταλογισμός αφορά γνωστό γιατρό της ορθοπεδικής, στον οποίο καταλογίζεται συμμετοχή στη ζημία ύψους 1,15 εκατ. ευρώ. Ακολουθεί πολύ γνωστός νευροχειρουργός, στον οποίο καταλογίζεται συμμετοχή στη ζημία ύψους 386.000 ευρώ. Ο τελευταίος είναι μάλιστα υπότροπος, καθώς σε προηγούμενο έλεγχο που είχε διενεργήσει το ασφαλιστικό ταμείο των ελεύθερων επαγγελματιών είχε διαπιστωθεί ότι τοποθέτησε δεκατρείς νευροδιεγέρτες σε έναν ασθενή, ενώ έπρεπε να τοποθετήσει μόνον τέσσερις. Σημαντική συμμετοχή στη ζημία (περίπου 450.000 ευρώ αθροιστικά) έχουν άλλοι δύο νευροχειρουργοί. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι περιπτώσεις δύο γιατρών που ουσιαστικά ευθύνονται για τη λειτουργία παράνομων αποθηκών σε χειρουργεία με επιλεγμένα υλικά εταιρειών. Ένας άλλος γιατρός, ορθοπεδικός, εκμεταλλευόμενος την αναβολή χειρουργικών επεμβάσεων σε πολλούς ασθενείς, άλλαζε τα υλικά τα οποία είχαν προεγκριθεί, χρησιμοποιώντας υλικά άλλης εταιρείας, ακριβότερα μέχρι και 270%, χωρίς φυσικά την αναγκαία έγκριση του νοσοκομείου. Η ακριβής συμμετοχή του κάθε γιατρού στη ζημία του νοσοκομείου αποτυπώνεται στο σχετικό πίνακα (βλέπε παρακάτω).
Η διοίκηση του «Ιπποκρατείου» πρέπει μέσα στις προσεχείς ημέρες να αποστείλει ειδικές προσκλήσεις αποκατάστασης ζημιών προς τους ενεχόμενους γιατρούς, με τις οποίες να τους καλεί να καταβάλουν εντός 48 ωρών στο ταμείο του νοσοκομείου το ποσό με το οποίο κατηγορούνται ότι ζημίωσαν το «Ιπποκράτειο». Διαφορετικά οι βεβαιώσεις καταλογισμού αποστέλλονται προς τις αρμόδιες εφορίες για τα περαιτέρω.
Η συμμετοχή των εταιρειών
Εξαιρετικά μακρύς είναι ο κατάλογος των εμπλεκομένων εταιρειών, οι οποίες ανέρχονται συνολικά σε 48. Εξ αυτών περί τις δεκαπέντε έχουν τη μεγαλύτερη συμμετοχή στη ζημία του νοσοκομείου (περίπου στα 2/3). Πρωταθλητές στις έκνομες εξωσυμβατικές συναλλαγές είναι δύο εταιρείες προμήθειας ορθοπεδικών υλικών, στις οποίες καταλογίζονται προμήθειες άνω του 1 εκατομμυρίου ευρώ.
Επιστρέφουν τη ζημία οι εταιρείες…
Περίπου το 1/3 της ζημίας των 2,8 εκατ. ευρώ που υπέστη το «Ιπποκράτειο» έχει καλυφθεί, καθώς δεκαπέντε από τις εμπλεκόμενες εταιρείες έχουν ουσιαστικά επιστρέψει τα ποσά που αντιστοιχούσαν στις παράνομες εξωσυμβατικές προμήθειες των υλικών.
Η υπόθεση του «Ιπποκρατείου» αποτελεί πανελλαδικά μοναδική ίσως περίπτωση αποκατάστασης οικονομικής ζημίας, χωρίς να απαιτηθεί εμπλοκή της δικαιοσύνης. Αυτό συνέβη, όταν κατά τη διαδικασία διερεύνησης της υπόθεσης από το ΣΕΥΥΠ διαπιστώθηκε από τους επιθεωρητές Θανάση Βλάχο και Νίκο Τανίδη ότι ο παράνομος τρόπος εξωσυμβατικής προμήθειας των υλικών και οι συνεπακόλουθες υπερβάσεις των τιμών απασχολούσαν και ορισμένες από τις ίδιες τις εταιρείες, οι οποίες αναζητούσαν τρόπους απεμπλοκής από μακροχρόνιες δικαστικές διενέξεις. Έτσι, και χωρίς να υπάρξει καμία παραδοχή εκ μέρους τους περί συμμετοχής τους σε τυχόν έκνομες πράξεις, συμφωνήθηκε να αποκατασταθεί στο σύνολό της η βλάβη που υπέστη το νοσοκομείο. Κατόπιν αυτού αποφασίστηκε όλες οι τιμολογήσεις να γίνουν με βάση τις υπογραφείσες συμβάσεις και όχι βάσει των τιμών που είχαν συμφωνηθεί με τους γιατρούς. Για όσες από τις προμήθειες είχαν ήδη κοπεί τιμολόγια εκδόθηκαν αντιστοίχως πιστωτικά τιμολόγια στο ύψος του ποσού στο οποίο η κάθε εταιρεία είχε υπερκοστολογήσει τα υλικά. Για τις υπόλοιπες προμήθειες που δεν είχαν τιμολογηθεί κόπηκαν τιμολόγια βάσει των τιμών που υπήρχαν στις συμβάσεις και όχι αυτών που είχαν συμφωνηθεί εξωσυμβατικά. Τη ρύθμιση αυτή απεδέχθησαν συνολικά δεκαπέντε εταιρείες, οι οποίες εξέδωσαν πιστωτικά τιμολόγια αξίας περίπου 700.000 ευρώ, ενώ άλλα περίπου 300.000 ευρώ αφαιρέθηκαν από τις απαιτήσεις των εταιρειών προς το «Ιπποκράτειο» μέσω της εναρμόνισης των νέων τιμολογίων (για προμήθειες που είχαν γίνει) προς τις τιμές που προέβλεπαν οι συμβάσεις.
Ενδεικτική είναι η περίπτωση εταιρείας η οποία μείωσε κατά 360.000 ευρώ τις απαιτήσεις της (από 520.000 σε 160.000). Άλλη συμφώνησε να εισπράξει 10.000 ευρώ από τα 138.000 που είχε τιμολογήσει, ενώ υπάρχει και εταιρεία η οποία θα εισπράξει μόλις 1.000 ευρώ από τα 104.000 που είχε τιμολογήσει.
Στην τελική έκθεσή τους οι επιθεωρητές αναφέρουν ότι ανάλογη διάθεση συμβιβασμού επιδεικνύουν και άλλες εταιρείες και συστήνουν τη συγκρότηση ειδικής επιτροπής από το νοσοκομείο, η οποία θα διαπραγματευτεί με τις εταιρείες, προκειμένου να επιτευχθούν ανάλογες, επωφελείς για το «Ιπποκράτειο», συμφωνίες. Ωστόσο έως σήμερα η διοίκηση του νοσοκομείου δεν έχει φροντίσει να προχωρήσει την υπόθεση.
…αλλά κουκουλώνουν τις ευθύνες των γιατρών
Ενάμιση χρόνο μετά την αποκάλυψη της υπόθεσης σχεδόν καμία επίπτωση δεν υπήρξε για τους εμπλεκόμενους γιατρούς, για τους οποίους επιχειρείται πλήρης συγκάλυψη. Μοναδική πειθαρχική ποινή που επιβλήθηκε, κι αυτή με καθυστέρηση ενός χρόνου, είναι αυτή της αργίας, την οποία επέβαλε το υπηρεσιακό συμβούλιο του υπουργείου Υγείας στους μη πανεπιστημιακούς γιατρούς του ΕΣΥ. Ωστόσο ενάμιση χρόνο μετά:
– Δεν υπήρξε απολύτως καμία επίπτωση για τους πανεπιστημιακούς γιατρούς. Παρότι οι γιατροί ελέγχονται για παραπτώματα κατά την άσκηση των καθηκόντων τους στο νοσοκομείο, το υπηρεσιακό συμβούλιο του υπουργείου Υγείας παρέπεμψε την υπόθεση στην Ιατρική σχολή του ΑΠΘ για περαιτέρω διερεύνηση. Ο πρόεδρος της σχολής, αντί να θέσει τους γιατρούς σε αργία, έδωσε εντολή έπειτα από οκτώ μήνες να διεξαχθεί ένορκη διοικητική εξέταση, η οποία ακόμη βρίσκεται σε εξέλιξη! Επιπλέον στους ιατρικούς κύκλους συζητείται εντόνως το γεγονός ότι μεταξύ των διενεργούντων την ΕΔΕ είναι και άτομα τα οποία συνδέονται επαγγελματικά ή έχουν ιεραρχική σχέση εξάρτησης με τους ελεγχόμενους.
– Ακόμη δεν έχει συνέλθει το Κεντρικό Πειθαρχικό Συμβούλιο του υπουργείου Υγείας, για να εξετάσει την υπόθεση, η οποία, απ’ ό,τι φαίνεται, βαίνει ολοταχώς προς παραγραφή.
– Δύο από τα κεντρικότερα πρόσωπα του σκανδάλου έχουν ήδη εξαιρεθεί των όποιων πειθαρχικών ποινών, καθώς αμέσως μετά την αποκάλυψη της υπόθεσης υπέβαλαν τις παραιτήσεις τους και συνεπώς παρήλθε ο επιτρεπόμενος χρόνος ενός έτους για τη μη αποδοχή της παραίτησης εκ μέρους της υπηρεσίας.
– Με ρυθμούς χελώνας προχωρά και η προκαταρκτική εξέταση που είχε διατάξει ο αρμόδιος εισαγγελέας.
Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι το υπουργείο Υγείας γνωρίζει για τα ανωτέρω, αλλά δεν προβαίνει σε καμία ενέργεια, ώστε να αποφευχθεί το κουκούλωμα. Την ίδια στάση επιδεικνύει και απέναντι στην αδράνεια της σημερινής διοίκησης του νοσοκομείου, η οποία προχωρά με ρυθμούς χελώνας όλες τις απαιτούμενες διαδικασίες, προκειμένου να διασφαλίσει τα συμφέροντα του νοσοκομείου από ανάλογες έκνομες μεθοδεύσεις από πλευράς γιατρών ή εταιρειών.
Επίσης με ευθύνη του υπουργείου δεν προχώρησε ο πειθαρχικός έλεγχος σε βάρος του πρώην διοικητή του νοσοκομείου Παναγιώτη Αποστόλου κατά την επίμαχη περίοδο 2007-2008. Σημειώνεται ότι στην έκθεση των ελεγκτών του ΣΕΥΥΠ γίνεται ειδική μνεία στον τέως διοικητή Παναγιώτη Παντελιάδη και ειδικότερα στις προσπάθειες που κατέβαλε, για να μπει ένα τέλος στις έκνομες προμήθειες και στις αυθαίρετες συμπεριφορές γιατρών και εταιρειών.
Του Νίκου Ηλιάδη