Δυνάμει των υπ’ αριθμ. Υ9/οικ.70521/2014 (ΦΕΚ Β’2243/18.18.2014) και Υ9/οικ.70522/2014 (ΦΕΚ Β’ 2247/18-08-2014) Υπουργικών Αποφάσεων, καθορίστηκαν αφενός τα μέτρα ελέγχου συνταγογράφησης και εκτέλεσης των εργαστηριακών εξετάσεων και αφετέρου η διαδικασία απόδοσης του ποσού «επιστροφής» rebate αντίστοιχα, για τους εργαστηριακούς και κλινικοεργαστηριακούς γιατρούς. Ο Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών επί των οριζόμενων στις ανωτέρω Υπουργικές Αποφάσεις, οφείλει να επισημάνει τα κάτωθι:
1) Αναφορικά με την κατηγορία των εργαστηριακών γιατρών που αναφέρεται στην υπ΄ αριθμ. Υ9/οικ.70522/2014 Υ.Α. (ΚΑΕ 0671.01 – Ομάδα Β1), το ποσοστό του rebate εφαρμόζεται από το ποσό των 500 ευρώ της μηνιαίας δαπάνης των διαγνωστικών εργαστηρίων. Το ποσό αυτό αποτελεί μια πολύ χαμηλή βάση εφαρμογής του rebate και έχει ως άμεσο αποτέλεσμα να πλήττονται τα διαγνωστικά εργαστήρια τα οποία δεν δύνανται να πραγματοποιήσουν υψηλό μηνιαίο τζίρο και κατά συνέπεια δεν θα έχουν και την δυνατότητα πληρωμής. Οι εργαστηριακοί γιατροί με μικρότερα εισοδήματα θα βρεθούν ουσιαστικά «στο μάτι του κυκλώνα», μη έχοντας δυνατότητα επιβίωσης του εργαστηριού τους.
Ως εκ τούτου επιβάλλεται η διόρθωση προς τα επάνω του αρχικού ποσού επιβολής του rebate (από τα 2.500 € και άνω), στα πλαίσια της ισονομίας και της προστασίας των εργαστηριακών ιατρών που μάχονται για να διατηρήσουν το ιδιωτικό τους εργαστήριο στις σημερινές αντίξοες συνθήκες.
2) Όσον αφορά την κατηγορία των λεγόμενων κλινικοεργαστηριακών ειδικοτήτων (καρδιολόγοι, γαστρεντερολόγοι, κλπ) που αναφέρεται στην υπ΄ αριθμ. Υ9/οικ.70522/2014 Υ.Α. (ΚΑΕ 0671.01 – Ομάδα Β2), επιβάλλεται για πρώτη φορά ποσοστό rebate για ποσά από 1.001 ευρώ και άνω αγγίζοντας μάλιστα το 60% του ποσοστού επιβολής, το οποίο είναι δυσανάλογο με το αντίστοιχο rebate των εργαστηριακών ιατρών. Στο ανωτέρω όμως πρέπει να ληφθεί υπόψη και το ποσοστό αποζημίωσης των ανωτέρω γιατρών για τις εξετάσεις αυτοπαραπομπής, το οποίο ανέρχεται στο 60% από το πρώτο ευρώ, όπως ορίζεται στην υπ΄ αριθμ. Υ9/οικ.70521/2014 Υ.Α. (άρθρο 3 παρ.4).
Κατά συνέπεια στους κλινικοεργαστηριακούς γιατρούς, θα επιβάλλεται ουσιαστικά τελικό rebate πάνω από 70-80%, καθώς για 2.000 ευρώ μηνιαίο τζίρο εργαστηριακών εξετάσεων επί παραδείγματι, το rebate (εφαρμόζοντας τα ανωτέρω) θα φθάνει το 70%. Αν στα ανωτέρω συμπεριλάβουμε και την παρακράτηση φόρου και λοιπών κρατήσεων που φτάνουν το 23%, είναι δεδομένο ότι ο γιατρός στο τέλος θα πληρώνει ο ίδιος προκειμένου να εξετάσει έναν ασθενή!
Συνεπεία των ανωτέρω θα πρέπει να επανέλθει το προϊσχύον ποσοστό αποζημίωσης για τις εξετάσεις αυτοπαραπομπής των κλινικοεργαστηριακών ιατρών, ήτοι 70% και για ποσά άνω των 1.500 ευρώ, διαφορετικά οι γιατροί θα οδηγηθούν σε υποχρεωτικό λουκέτο των ιατρείων τους!
3) Επίσης πρέπει να σημειωθεί ότι το προβλεφθέν ετήσιο ορίο δαπάνης για το Νομό Αττικής είναι δυσανάλογο του πληθυσμού του και του μεγέθους του, ιδίως αν συνυπολογισθούν και οι ασθενείς που μεταβαίνουν στην Αττική από άλλους νομούς για την πραγματοποίηση εξειδικευμένων εξετάσεων.
4) Περαιτέρω οφείλει να διευκρινισθεί η τελευταία παράγραφος του άρθρου 2 της υπ΄αριθμ. Υ9/οικ.70521/2014 Υ.Α. αναφορικά με την δυνατότητα συνταγογράφησης και εκτέλεσης διαγνωστικών εξετάσεων μετά την υπέρβαση του ατομικού ορίου ανά πάροχο.
Τέλος οφείλουμε να επισημάνουμε το γεγονός ότι οι κατευθυντήριες οδηγίες που αναφέρονται στην Υπουργική Απόφαση με αριθμό Υ9/οικ.70521/2014, ουδεμία σχέση έχουν με τις οδηγίες συνταγογράφησης διαγνωστικών εξετάσεων τις οποίες συνέταξαν και παρέδωσαν στην προηγούμενη ηγεσία του Υπουργείου Υγείας, οι επαγγελματικές και επιστημονικές ενώσεις δια μέσου του Π.Ι.Σ.
Κύριε Υπουργέ, οι ανωτέρω επισημάνσεις είναι καίριες και ουσιαστικές, η δε διόρθωσή τους επιβάλλεται να πραγματοποιηθεί άμεσα προκειμένου να μην υποστούν οι γιατροί ακόμα μια υπέρμετρη αδικία και τελικώς οδηγηθούν σε αφανισμό!
Προσβλέπουμε στην κατανόηση από πλευράς σας των ανωτέρω και στις άμεσες ενέργειες σας.