Το 90% των μελανωμάτων, αν διαγνωστούν έγκαιρα, μπορούν να θεραπευτούν. Στο πλαίσιο της ενημέρωσης του κοινού,… η Ευρωπαϊκή Ακαδημία Δερματολογίας και Αφροδισιολογίας (EADV), οργανώνει από το 2000 και κάθε χρόνο, την «Ευρωπαϊκή Ημέρα Μελανώματος» σε 30 χώρες της Ευρώπης.
Στην Ελλάδα, με πρωτοβουλία της Ελληνικής Δερματολογικής & Αφροδισιολογικής Εταιρείας (ΕΔΑΕ), η συγκεκριμένη ημέρα αποτελεί την αφετηρία για μία ολόκληρη εβδομάδα αφιερωμένη στην πρόληψη, την «Ελληνική Εβδομάδα κατά του Καρκίνου του Δέρματος», η οποία θα πραγματοποιηθεί φέτος από 05 έως 09 Μαΐου.
Κατά τη διάρκεια αυτής της εβδομάδας, δερματολόγοι της ΕΔΑΕ σε όλη τη χώρα δέχονται στα ιατρεία τους και σε νοσοκομειακά ιδρύματα το κοινό και εξετάζουν δωρεάν για πιθανό μελάνωμα ή άλλη μορφή καρκίνου του δέρματος.
Λόγω των περιβαλλοντικών μεταβολών και των αλλαγών στον τρόπο ζωής, τα κρούσματα μελανώματος έχουν αυξηθεί τα τελευταία 50 χρόνια στις χώρες της Ευρώπης. Ο καρκίνος του δέρματος αποτελεί πλέον ένα από τα 10 είδη καρκίνων που εμφανίζονται συχνότερα στους ευρωπαϊκούς πληθυσμούς. Περίπου 130.000 μελανώματα εμφανίζονται παγκοσμίως και περίπου 37.000 άνθρωποι πεθαίνουν κάθε χρόνο από μελάνωμα. Η ετήσια αύξηση του αριθμού των νέων περιπτώσεων που διαγιγνώσκονται στην Ευρώπη κυμαίνεται μεταξύ 0% και 8%.
Κάθε χρόνο στη χώρα μας κατά τη διάρκεια της Ελληνικής εβδομάδας κατά του καρκίνου του δέρματος εξετάζονται περίπου 2.500 περιστατικά και τα αποτελέσματα αναδεικνύουν την άμεση ανάγκη για πρόληψη και έγκαιρη διάγνωση.
Τι είναι το μελάνωμα
Οι περισσότεροι καρκίνοι του δέρματος (βασικοκυτταρικοί, ακανθοκυτταρικοί) δε θεωρούνται γενικά πολύ επικίνδυνοι διότι θεραπεύονται εύκολα χειρουργικά ή με διάφορα φάρμακα που εφαρμόζονται τοπικά στο δέρμα. Εξαίρεση αποτελεί ο κακοήθης σπίλος (σπίλος=«ελιά») που ονομάζεται μελάνωμα (δηλαδή μελανός όγκος). Το μελάνωμα προέρχεται από τα μελανινοκύτταρα του δέρματος. Τα μελανινοκύτταρα βρίσκονται στο κατώτερο στρώμα της επιδερμίδας και παράγουν μελανίνη, τη χρωστική που προσδίδει το φυσικό χρώμα του δέρματος. Η έκθεση στον ήλιο οδηγεί σε αύξηση της παραγόμενης μελανίνης με αποτέλεσμα το μαύρισμα του δέρματος.
Το μελάνωμα αποτελεί όχι μόνο τον πλέον κακοήθη δερματικό όγκο αλλά και έναν από τους πλέον κακοήθεις καρκίνους γενικώς. Μπορεί να διασπαρεί σχεδόν σε κάθε όργανο ή ιστό του σώματος και να οδηγήσει στο θάνατο μέσα σε ένα χρόνο μετά την υποτροπή του σε απομακρυσμένα σημεία. Το μελάνωμα μεθίστανται συχνότερα στον εγκέφαλο και στο νωτιαίο σωλήνα. Πρόκειται για σχετικά συχνό καρκίνο, η επίπτωση του οποίου αυξάνει συνεχώς κάθε χρόνο. Όταν πρωτοεμφανιστεί το μελάνωμα ως κακοήθης σπίλος στο δέρμα ή στον οφθαλμό – και μερικές φορές στα ούλα, στον κόλπο ή στον πρωκτό- υπάρχουν αρκετές πιθανότητας να είναι ιάσιμο με περιορισμένης έκτασης χειρουργική επέμβαση.
Έχει λοιπόν τεράστια σημασία η αναγνώριση των πρώιμων σημείων του μελανώματος τα οποία πρέπει αμέσως να αποσπούν την ιατρική προσοχή. Την αντιμετώπισή τους την αναλαμβάνει κάποιος ειδικός δερματολόγος, χειρουργός ή ογκολόγος. Εάν το μελάνωμα διεισδύσει βαθιά στο δέρμα και φτάσει στα λεμφαγγεία και τα αιμοφόρα αγγεία που βρίσκονται στη δεύτερη στιβάδα του δέρματος (χόριο), συνήθως είναι αδύνατο να ιαθεί, αν και με τη χειρουργική μπορεί να επιτευχθεί μεγάλο διάστημα ελεύθερο νόσου.
Αιτιολογία
Η διακεκομμένη έκθεση σε έντονη ηλιακή ακτινοβολία που προκαλεί μάλλον εγκαύματα παρά μαύρισμα σχετίζεται συχνότερα με μελάνωμα ενώ η χρόνια έκθεση στον ήλιο σχετίζεται με καλοηθέστερους καρκίνους του δέρματος. Επίσης η κληρονομικότητα είναι αιτιολογικός και εκλυτικός παράγοντας, όπως συμβαίνει στο σύνδρομο δυσπλαστικού σπίλου, σε άτομα με τύπο δέρματος Ι και ΙΙ που παρουσιάζουν αυξημένη δυνατότητα ανάπτυξης ηλιακού εγκαύματος. Επιπλέον, το κακόηθες μελάνωμα μπορεί να προέρχεται από εξαλλαγή κακοήθους φακής, συγγενών σπίλων, μελανοκυτταρικών σπίλων. Προδιαθεσικούς παράγοντες μπορεί να αποτελέσουν ο χρόνιος ερεθισμός σπίλων και η ανοσοκαταστολή.
Δεν υπάρχουν ενδείξεις που να υποστηρίζουν ότι η νόσος σχετίζεται με τη δράση ορμονών, ωστόσο μεμονωμένοι ασθενείς παρουσίασαν εντυπωσιακό ιστορικό υποτροπών και ταχεία εξέλιξη της νόσου που σχετιζόταν με την εγκυμοσύνη. Η λήψη αντισυλληπτικών δισκίων, τα περισσότερα από τα οποία περιέχουν προγεστερινοειδείς παράγοντες, έχει επίσης συσχετιστεί με αυξημένη συχνότητα εμφάνισης μελανωμάτων επιφανειακής ανάπτυξης.
Επιδημιολογία – Παράγοντες κινδύνου
Υψηλότερη επίπτωση της νόσου παρατηρείται στους λευκούς που ζουν σε τροπικά ή υποτροπικά κλίματα. Προφανώς η έκθεση στις υπεριώδεις ακτίνες και ιδίως σε όσες προκαλούν εγκαύματα ενοχοποιείται ισχυρά ως πιθανή αιτία. Η νόσος έχει πολύ μικρότερη επίπτωση στους μαύρους, τους πολύ μελαχρινούς και τους Ασιάτες των ίδιων περιοχών.
Το μελάνωμα είναι συχνότερο στις ηλικίες ανάμεσα στα 20 και στα 60 έτη και σπάνια εμφανίζεται πριν από την εφηβεία. Εντούτοις ο αριθμός των νέων με πρωτοπαθή μελανώματα αυξάνεται. Το οζώδες κακόηθες μελάνωμα παρατηρείται μεταξύ 20-40 ετών και το επιφανειακά επεκτεινόμενο, που είναι και το συχνότερο, μεταξύ 40-60 ετών. Πολλοί από τους ασθενείς αναφέρουν ιστορικό εγκαυμάτων λόγω έκθεσης στην ηλιακή ακτινοβολία κατά την παιδική ηλικία.
Από τους λευκούς, υψηλότερο κίνδυνο αντιμετωπίζουν τα άτομα με κόκκινα μαλλιά και ανοιχτόχρωμη επιδερμίδα και ακολουθούν τα ξανθά άτομα με γαλανά μάτια και η ύπαρξη εφηλίδων (φακίδων). Συχνές εντοπίσεις: κεφαλή, λαιμός, κορμός (άνδρες), βραχίονας, κνήμη (γυναίκες). Πρωτοπαθή μελανώματα μπορεί να παρουσιαστούν ακόμα και σε «μελαχρινά» άτομα (σκουρόχρωμης επιδερμίδας) στα πέλματα και στις παλάμες, κάτω από το δέρμα και στους βλεννογόνους του σώματος, του ορθού και του πρωκτού.
Οι λευκοί με πολλούς μελαγχρωματικούς σπίλους διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο.
‘Aτομα με ατομικό και οικογενειακό ιστορικό ηλιακών εγκαυμάτων, συνδρόμου οικογενών δυσπλαστικών σπίλων ή μελανώματος παρουσιάζουν αυξημένη τάση να αναπτύξουν μελάνωμα.
Το 30% περίπου των μελανωμάτων αναπτύσσεται σε προϋπάρχοντες σπίλους ενώ το υπόλοιπο 70% εξαρχής στο δέρμα (de novo). Δεν υπάρχει αποτελεσματική μέθοδος πληθυσμιακού ελέγχου. Επειδή όμως το μελάνωμα αναπτύσσεται στο δέρμα ή στον οφθαλμό, γίνεται εύκολα αντιληπτό από οποιονδήποτε το αναζητήσει.
Διάγνωση
Επισκόπηση: Καταγράφονται με ακρίβεια η θέση, το χρώμα, το μέγεθος και η μορφολογία των βλαβών. Η φωτογράφηση μπορεί να βοηθήσει σ’ αυτή την καταγραφή. Επίσης, η μικροσκόπηση με φωτεινή πηγή πάνω απ’ το δέρμα βοηθά στην εξακρίβωση του τρόπου κατανομής της μελανίνης μέσα στις βλάβες.
Το σύστημα “ABCD” αποτελεί έναν μνημονικό κανόνα για τον εντοπισμό ύποπτων βλαβών:
Assymetry – Ασυμμετρία: Το ένα ημιμόριο της βλάβης δεν μοιάζει με το άλλο.
Border irregularity – Ακανόνιστα όρια: Τα όρια της βλάβης σχηματίζουν οδοντώσεις ή από τη βλάβη εκτείνονται «ψευδοπόδια» προς το περιβάλλον υγιές δέρμα.
Color variegation – Ποικιλοχρωμία: Η βλάβη παρουσιάζει ένα μίγμα χρωμάτων και αποχρώσεων.
Diameter – Διάμετρος: Μετρούμε τη μεγαλύτερη διάμετρο της βλάβης >6mm.
Τα μελανώματα μπορεί να ποικίλλουν πολύ ως προς την εμφάνιση τους. Πολλά μπορεί να έχουν και τα τέσσερα χαρακτηριστικά του συστήματος ABCD, ενώ άλλα να έχουν μόνο ένα ή δύο από αυτά. Σε κάθε περίπτωση βλάβες που παρουσιάζουν σημεία ή συμπτώματα όπως αυτά που προαναφέρθηκαν θα πρέπει να εξετάζονται από κάποιον ειδικό ιατρό.
Βιοψία: Για τη διάγνωση είναι απαραίτητη η βιοψία (χειρουργική αφαίρεση του όγκου και εξέταση των μορφολογικών χαρακτήρων των ιστών και κυττάρων του στο μικροσκόπιο με σκοπό την αναζήτηση και διάκριση καρκινικών κυττάρων) με ευρεία τοπική εκτομή (με υγιή χειρουργικά όρια) του όγκου. Η εξέταση του όγκου στο μικροσκόπιο αποκαλύπτει τα χαρακτηριστικά μελανοκύτταρα, που συνήθως είναι ευμεγέθη και περιέχουν κοκκία μελανίνης.
Πρόγνωση
Η πρόγνωση της νόσου, δηλαδή η έκβασή της πορείας του ασθενούς, που μπορεί να καταλήγει σε ίαση ή όχι, καθορίζεται από διάφορους παράγοντες, οι κυριότεροι εκ των οποίων είναι: το στάδιο της νόσου, η ύπαρξη αιμορραγίας ή/ και εξέλκωσης της αρχικής εστίας, το μέγεθος και η εντόπιση του όγκου, η γενική κατάσταση της υγείας του ασθενούς.
Τά άτομα που πρέπει ιδιαίτερα να προσέχουν είναι:
1. άτομα με κόκκινα ή πυρόξανθα μαλλιά και ανοιχτόχρωμα μάτια. Επίσης ξανθά, με πανάδες ή φακίδες στο πρόσωπο που δεν παίρνουν εύκολα μελαχροινό χρώμα, καίγονται εύκολα και δεν μαυρίζουν.
2. άτομα με μεγάλο αριθμό φαινομενικά φυσιολογικών μελαχρωματικών σπίλων, πάνω από 100 σε νεαρά άτομα ή 50 σε μεγαλύτερη ηλικία.
3. άτομα με δυσπλαστικούς σπίλους (μεγάλους, ακανόνιστους και με πολυχρωμία). Παρουσία δυσπλαστικών σπίλων σε περιοχές του σώματος που συνήθως καλύπτονται από ενδυμασία και εκτίθενται στην υπεριώδη ακτινοβολία ασυνεχώς τις καλοκαιρινές διακοπές.
4. άτομα με οικογενειακό ιστορικό μελανώματος
5. ατομικό αναμνηστικό σοβαρών ηλιοκαυμάτων ιδιαίτερα στην παιδική ηλικία.
Ο Γ.Επιτροπάκης είναι
M.D. ΕΙΔΙΚΟΣ ΙΑΤΡΟΣ
ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΟΣ- ΑΦΡΟΔΙΣΙΟΛΟΓΟΣ…