Τα τελευταία 24ωρα είναι σε εξέλιξη ένα θρίλερ που τα έχει όλα: επιχειρηματικά συμφέροντα, κόντρες, έμμεσες πιέσεις και συνδιαλλαγές κάτω από το τραπέζι. Τελικό αποτέλεσμα: η απόλυτη σύγχυση για το ποια φάρμακα θα παίρνουν στο μέλλον οι ασθενείς και πόσα θα πληρώνουν από την τσέπη τους.
Ολα ξεκίνησαν από μια «μαύρη τρύπα» ύψους 250 εκατ. ευρώ που εντοπίσθηκε στη φαρμακευτική δαπάνη. «Τα νούμερα δεν βγαίνουν» ακούστηκαν να λένε τρομοκρατημένα τα υψηλόβαθμα στελέχη των δύο συναρμόδιων υπουργείων Υγείας και Εργασίας. Και πώς να βγουν όταν η κυβέρνηση δεν έχει κατορθώσει ακόμη να καταμετρήσει τη φαρμακευτική δαπάνη, αφού η περιβόητη ηλεκτρονική συνταγογράφηση μόνο… e-μπάχαλο δημιουργεί.
Το σύστημα δεν έχει τη δυνατότητα να διασταυρώσει εάν μια ασφαλισμένη κοντά στα 35 έτη ζωής, λαμβάνει φάρμακα για τον… προστάτη. Η πολυδιαφημισμένη ηλεκτρονική συνταγογράφηση απλώς καταγράφει τα φαρμακευτικά σκευάσματα που χορηγούνται. Μέχρι σήμερα μάλιστα η καταγραφή αυτή έχει γίνει μόλις στο 10% των συνολικά διακινούμενων φαρμάκων. Ισως γι’ αυτό η κυβέρνηση σκοπεύει να διαθέσει άλλα 25 εκατ. ευρώ για την επέκταση του συστήματος, το οποίο θα βγει σε διαγωνισμό τις επόμενες ημέρες.
Αφού έπεσαν διάφορα σενάρια στο τραπέζι για την εξεύρεση των 250 εκατ. ευρώ, ακόμη και αυτό της επίπεδης μείωσης τιμών κατά 15%, η κυβέρνηση είχε τη φαεινή ιδέα να καταθέσει τροπολογία που προέβλεπε ότι η συνταγογράφηση δεν θα γίνεται πλέον με βάση την εμπορική ονομασία των φαρμάκων αλλά με βάση τη δραστική τους ουσία. Οι γιατροί θα έχαναν δηλαδή τις συνδιαλλαγές τους με τις φαρμακευτικές εταιρείες και το παιχνίδι θα περνούσε πια στα χέρια των φαρμακοποιών.
Εκείνοι που διέθεταν μόνο πρωτότυπα φάρμακα αντέδρασαν ψύχραιμα, καθότι θα συνέχιζαν να έχουν το μονοπώλιο της αγοράς. Οι υπόλοιποι άρχισαν να φέρνουν τα πάνω κάτω για να ανατρέψουν τα σχέδια των υπουργείων. Το ενδεχόμενο να γεμίσει η αγορά από φθηνά αντίγραφα φάρμακα αμφιβόλου ποιότητας από Ινδία, Κίνα και Ισραήλ προφανώς ουδείς το σκέφτηκε στην κυβέρνηση.
Κάποιοι πάντως χαρακτήρισαν την επίμαχη τροπολογία μοχλό πίεσης προς τις φαρμακοβιομηχανίες ώστε να αυξήσουν το ποσοστό έκπτωσης προς τα Ταμεία. Η κυβέρνηση επιδίωκε να αυξηθεί η έκπτωση (rebate) από τις εταιρείες, και εκείνες στύλωναν τα πόδια με το επιχείρημα ότι τα φάρμακα θα γίνουν πολύ φθηνά και θα αντικατασταθούν από νέα και ακριβότερα.
Τελικώς ο υπουργός Εργασίας Γιώργος Κουτρουμάνης απέσυρε την τροπολογία, καθότι εξασφάλισε -όπως είπε- 262 εκατ. ευρώ από τις φαρμακευτικές εταιρείες, μέσω του rebate, έπειτα από συμφωνία που έκανε μαζί τους. Τώρα, αν η καθεμία εταιρεία δώσει τελικώς τις πολυπόθητες εκπτώσεις, είναι άλλη υπόθεση.
Προηγήθηκαν πάντως συνομιλίες ωρών όπου δεν έλειψαν οι εντάσεις μεταξύ ελληνικών εταιρειών και ξένων.
Το «παζάρι» με τα φάρμακα συνεχίστηκε και σε ό,τι αφορά τις λίστες φαρμάκων, που θα αποζημιώνονται ή όχι από τα ασφαλιστικά ταμεία.
Η Ελλάδα είναι μία από τις ελάχιστες χώρες στον κόσμο που διαθέτει τέσσερις λίστες: την αρνητική, για όσα φάρμακα δεν αποζημιώνονται αλλά χρειάζονται ιατρική συνταγή. Τη θετική, με τα φάρμακα που αποζημιώνονται από τα Ταμεία (θα εφαρμοστεί σε λίγες μέρες), τη λίστα με τα φάρμακα υψηλού κόστους και μία νέα ονόματι «λίστα καινοτόμων φαρμάκων». Πρόκειται για έναν κατάλογο με 216 φάρμακα που θεωρούνται πρωτοποριακά και δεν υπόκεινται σε καθεστώς εκπτώσεων.
Πολλές φαρμακευτικές εταιρείες ετοιμάζονται να καταθέσουν πάντως ενστάσεις επειδή το δικό τους σκεύασμα δεν ενσωματώθηκε στη λίστα των… προνομιακών. Πάντως, αν αυτά τα 216 φάρμακα ήταν στη θετική λίστα με τα αποζημιούμενα, θα έπρεπε οι εταιρείες να επιστρέφουν, ως έκπτωση, το 70% με 80% της αξίας τους, αφού είναι ακριβά και ξεπερνούν την τιμή αναφοράς που έχει ορισθεί. Αυτό όμως δεν θα γινόταν αποδεκτό και ενδεχομένως τα φάρμακα αυτά να αποσύρονταν από την αγορά.
Ομως το ζήτημα είναι ότι από τα περιβόητα καινοτόμα φάρμακα η κυβέρνηση χάνει τουλάχιστον 100 με 150 εκατ. ευρώ από την εξοικονόμηση που θα μπορούσε να είχε κάνει. Ισως από εκεί να δημιουργήθηκε ένα μέρος της μαύρης «τρύπας» στη φαρμακευτική δαπάνη.
Λυπάμαι, αλλά είναι λάθος η εκτίμηση ότι οι γιατροί θα έχαναν τα “πάρε-δώσε” με τις φαρμακευτικές. Το μείζον θέμα είναι η διαφορές στη δραστικότητα και τις ανεπιθύμητες ενέργειες μεταξύ των γενοσήμων και για το αν είναι σωστό ο ιατρός να έχει την ευθύνη για ανιθύμητα συμβάματα ενός φαρμάκου που επιλέγει …ο φαρμακοποιός ή το υπουργείο….
Συγνώμη, ανεπιθύμητα συμβάματα ήθελα να πω