Πού οδηγεί τελικά η διάλυση της δημόσιας υγείας; Όπως οι ανθρώπινες ζωές δεν μπορούν να συσχετιστούν σε καμία περίπτωση με οικονομικούς δείκτες, έτσι και η στατιστική αποτύπωση της ραγδαίας επιδείνωσης των υγειονομικών δεικτών, δηλαδή η πτώση του προσδόκιμου ζωής, τα εκατομμύρια των ανασφάλιστων, η αύξηση της νοσηρότητας του πληθυσμού και η επανεμφάνιση εξαφανισμένων για δεκαετίες νοσημάτων δεν είναι ικανοί όροι να περιγράψουν αυτοτελώς ό,τι συντελείται στη δημόσια υγεία. Με δύο λέξεις αυτό μόνο «κοινωνική γενοκτονία» μπορεί να χαρακτηριστεί. Γενοκτονία η οποία έχει ηθικούς και φυσικούς αυτουργούς που θήτευσαν και θητεύουν στον υπουργικό θώκο του πλέον νευραλγικού τομέα, όπως εξελίσσεται, δηλαδή στο υπουργείο Υγείας.
Υπερβολές; Κάθε άλλο. Άλλωστε με τον απαράμιλλο κυνισμό που τον διακρίνει ο νυν υπουργός Υγείας Άδωνις Γεωργιάδης επαίρεται να δηλώνει «λογιστής». Και με την ακατέργαστη χυδαιότητα του ανθρώπου ο οποίος βαυκαλίζεται ότι εκπροσωπεί τον «ιδιωτικό τομέα της οικονομίας», όντας δημόσιος λειτουργός επιφορτισμένος με την προάσπιση του δημόσιου συμφέροντος, δηλώνει επίσης συνεχώς στα τηλεοπτικά παράθυρα όπου κατοικοεδρεύει σε καθημερινή βάση ότι ο εξαναγκασμός των ασφαλισμένων στην προσφυγή στον ιδιωτικό τομέα της υγείας «δεν είναι και τόσο κακό πράγμα».
Το ζήτημα ωστόσο δεν είναι η επιλογή και το προφίλ των προσώπων αλλά η πολιτική στον τομέα της υγείας. Μια πολιτική η οποία εκπορεύεται όχι απλώς από τις μνημονιακές υποχρεώσεις στις οποίες κανείς θα μπορούσε να ξιφουλκήσει ανέξοδα μιλώντας για «εκβιαστικές πρακτικές» στο όνομα της αποπληρωμής του χρέους. Οι πολιτικές αυτές έχουν σταθερό προσανατολισμό, μόνιμο χαρακτήρα, στηρίζονται κι εκπορεύονται από την κοινοτική νομοθεσία σε ένα πεδίο το οποίο θα αποτελέσει το υπόδειγμα της εφαρμογής των ακραίων νεοφιλελεύθερων πολιτικών και της «ελεύθερης αγοράς». Βήμα-βήμα η καθημερινότητα η οποία επιχειρείται να στηθεί στα νοσοκομεία όλης της χώρας συμπεριλαμβάνει την εδραίωση της λογικής της ανταποδοτικότητας σε κάθε επίπεδο. Νοσήλεια, εξετάσεις και φάρμακα επιβαρύνουν με ολοένα και αυξανόμενο ρυθμό συγγενείς και ασφαλισμένους. Η ανθρώπινη ζωή έχει πλέον βγει στη διατίμηση με αποτιμητή τον εκάστοτε υπουργό Υγείας, ο οποίος πλέον την κοστολογεί με κυνισμό και ανερυθρίαστα. Νοσοκομεία κλείνουν. Οι ψυχιατρικές δομές διαλύονται. Τα ασφαλιστικά ταμεία καταρρέουν και πλέον ένα δόγμα φαίνεται να κυριαρχεί: «Έχεις χρήματα; Ζεις. Δεν έχεις να πληρώσεις; Πεθαίνεις». Με τον τρόπο αυτόν τα κριτήρια της ιδιωτικής οικονομίας μπαίνουν στα δημόσια νοσοκομεία. Φτωχός, άπορος, ανασφάλιστος ασθενής πιάνει μια θέση –αν είναι τυχερός– το πολύ σε ένα ράντζο πεταμένος σε κάποιο διάδρομο. Οι έχοντες ακόμη κάποια οικονομική άνεση θα μπαίνουν σε κανονικό θάλαμο και όσοι έχουν οικονομική επιφάνεια θα απολαμβάνουν δίκλινα ή μονόκλινα δωμάτια.εμπορευματοποίηση της υγείας ασφαλώς δεν είναι σημερινό φαινόμενο. Η ραγδαία υποβάθμιση ωστόσο των δημόσιων δομών υγείας με συστηματικό μάλιστα τρόπο σκιαγραφεί την εικόνα του σήμερα αλλά κυρίως του μέλλοντος. Εικόνες που μόνο τα μάτια των γιατρών και των εργαζομένων μπορούν να αντικρίσουν και δεν αποτυπώνονται σε κανένα δελτίο ειδήσεων, σε κανένα ρεπορτάζ, όσο γλαφυρό και αναλυτικό κι αν είναι. Δεν είναι απλώς η γνωστή εικόνα ταλαιπωρημένων ασθενών σε ουρές εξωτερικών ιατρείων, ο συνωστισμός στα επείγοντα ή τα ράντζα που έχουν κάνει δυναμικά την επανεμφάνισή τους. «Έρχονται ασθενείς οι οποίοι έχουν να φάνε στην κυριολεξία δύο ή τρείς ημέρες» λέει στο Πριν η Όλγα Κοσμοπούλου, παθολόγος του Γενικού Κρατικού Νοσοκομείου της Νίκαιας. Ασθενείς στην κυριολεξία επαίτες, οι οποίοι ζητούν χρήματα ακόμη και από τους γιατρούς χωρίς να λείπουν οι αντιδικίες. «Το σημαντικότερο ωστόσο δεν είναι αυτό. Είναι η τεράστια υγειονομική βόμβα που υπάρχει καθώς έχουν κάνει και πάλι δυναμικά την εμφάνισή τους ασθένειες όπως η φυματίωση. Οι λοιμώξεις και ιδιαίτερα οι λοιμώξεις HIV αυξάνονται ραγδαία όπως και η ουσιοεξάρτηση» προσθέτει η Ό. Κοσμοπούλου. Η υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου και η ακραία φτώχεια κι εξαθλίωση, ίσως πιο εμφανείς στις δυτικές συνοικίες της Αθήνας, αποτυπώνονται με αυτόν τον τρόπο, όπως και με εικόνες ανθρώπων παραιτημένων από τη ζωή. Εξαθλιωμένων, ηλικιωμένων και ανήμπορων. Όπως επισημαίνει ο Μιχάλης Ρίζος, παθολόγος στο Αττικό Νοσοκομείο. «μας έρχονται άνθρωποι σε τραγικές καταστάσεις από πλευράς υγείας και υγιεινής, σε κατάσταση που επάνω τους να περπατάνε σκουλήκια ή έντομα. Συνήθως τους βρίσκουν γείτονες ή γνωστοί να ζουν σε πραγματικά άθλιες συνθήκες». Η εικόνα του ζόφου είναι η αντανάκλαση της απελπισίας. Σε έναν πραγματικό ωκεανό ανασφάλιστων οι οποίοι με τις συντηρητικότερες εκτιμήσεις ξεπερνούν το 1,5 εκατομμύριο, ενώ σύμφωνα με άλλες ξεπερνούν τα 3 εκατομμύρια, η πραγματικότητα είναι μία και πολύ σκληρή: Αποκλεισμός από την πρόληψη και την πρωτοβάθμια περίθαλψη και ουσιαστικός αποκλεισμός και από τη δευτεροβάθμια νοσοκομειακή περίθαλψη. Μέχρι και για σχετικά απλές περιπτώσεις οι άνθρωποι αναζητούν ιατρική φροντίδα μόνον όταν η κατάσταση φτάνει στο μη περαιτέρω. «Τα περιστατικά είναι όλο και βαρύτερα, όλο και σοβαρότερα. Υπάρχουν ασθενείς με εμφράγματα ή με σακχαρώδη διαβήτη οι οποίοι έρχονται στο νοσοκομείο όταν η κατάσταση έχει φτάσει στο παρά ένα ή στο και ένα. Γεγονός που μαρτυράει ότι για μεγάλο χρονικό διάστημα δεν έχουν κάνει τις απαραίτητες εξετάσεις ή έχουν σταματήσει τη φαρμακευτική αγωγή» σημειώνει η Ό. Κοσμόπουλου. Έτσι η νοσηρότητα αυξάνεται με εκθετικό ρυθμό. Ωστόσο ακόμη κι όταν ένας ασθενής καταφύγει στα επείγοντα τι αντιμετωπίζει; Η πρόσφατη περίπτωση με τους χαλασμένους αξονικούς τομογράφους του Ευαγγελισμού, του μεγαλύτερου νοσοκομείου της χώρας, αποδεικνύει ότι η εγκληματική πολιτική της κυβέρνησης δεν υπολογίζει όχι απλώς την ταλαιπωρία αλλά ενδεχόμενο κόστος σε ανθρώπινες ζωές, καθώς σε πολλές περιπτώσεις, κυρίως τραυματιών, η χρονική καθυστέρηση είναι κρίσιμος και θανατηφόρος παράγοντας. Σε αυτές τις περιπτώσεις η αυτοθυσία και η αυταπάρνηση του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού δεν αρκούν.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα ενός περιφερειακού νοσοκομείου. Η Λέτα Ζωτάκη, συνταξιούχος πλέον ακτινολόγος και επί χρόνια πρόεδρος των νοσοκομειακών γιατρών του Κιλκίς, περιγράφει πώς η έλλειψη υλικών και του απαραίτητου προσωπικού μπορεί να αποβεί μοιραία: «Εξαιτίας του περιορισμού των δαπανών εμείς στην ακτινολογική κλινική του Νομαρχιακού Νοσοκομείου του Κιλκίς δεν έχουμε τα απαραίτητα φιλμ για την εμφάνιση των ακτινογραφιών. Είμαστε αναγκασμένοι να εξοικονομούμε φίλμ για τα επείγοντα περιστατικά, καθώς το νοσοκομείο εφημερεύει σε καθημερινή βάση. Το αποτέλεσμα είναι η υπολειτουργία και οι ελλείψεις στα τακτικά ιατρεία, όπου αναγκαζόμαστε πολλές φορές να εκτυπώσουμε τις ακτινογραφίες σε χαρτί. Ωστόσο στο χαρτί και ευρήματα χάνεις και διάγνωση σωστή δεν μπορείς να κάνεις».
Για να εμπεδωθεί το κλίμα διάλυσης των νοσοκομείων στο κοινωνικό σώμα είναι πλέον σε εξέλιξη οι συγχωνεύσεις και οι καταργήσεις νοσοκομείων, οι απολύσεις και οι διαθεσιμότητες προσωπικού ως τρόπος μείωσης του λογιστικού κόστους – στοιχεία τα οποία πλαισιώνουν τις τραγικές ελλείψεις σε αναλώσιμα και σε προσωπικό και εντείνουν τα αδιέξοδα των ασθενών.
Από τη μια πλευρά έχουμε περιφερειακά νοσοκομεία όπως αυτό του Κιλκίς: «Από τους 132 γιατρούς στονοσοκομείο του Κιλκίς έχουν φύγει, αποχωρήσει ή συνταξιοδοτηθεί τα δύο τελεταία χρόνια 31 γιατροί, ενώ από τη Γουμένισσα από τους 23 έχουν μείνει 17. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι κλινικές όπως η ουρολογική ή η γναθοχειρουργική έχουν κλείσει. Άλλες έχουν συγχωνευθεί, όπως η ορθοπεδική, από δύο σε μία κι άλλες λειτουργούν με έναν ή δύο γιατρούς, όπως η αιματολογική ή η μικροβιολογική» μας λέει η Λ. Ζωτάκη. «Η ακτινολογική λειτουργεί με τέσσερις γιατρούς τόσο τα παραδοσιακά ακτινολογικά μηχανήματα όσο και τον τομογράφο. Αποτέλεσμα: δεν καλύπτονται πλέον οι εφημερίες ούτε φυσικά είναι δυνατόν να λειτουργήσει ο τομογράφος σε καθημερινή βάση» συμπληρώνει. Με αυτόν τον τρόπο τα νοσοκομεία υποβαθμίζονται. Η πληρότητά τους, η οποία έχει καταστεί βασικό κριτήριο για την επιβίωσή τους, πέφτει συνεχώς -στο συγκεκριμένο στο 35%- κι έτσι δικαιολογεί ενδεχόμενο κλείσιμο. Από την άλλη πλευρά, κυρίως στην Αθήνα, οι καταργήσεις ή οι συγχωνεύσεις νοσοκομείων (όπως το Λοιμωδών, το Νομαρχιακό Πατησίων, κ.λπ.) αυξάνουν το φόρτο στα κεντρικά νοσοκομεία. Αποτέλεσμα είναι οι εικόνες που θυμίζουν νοσοκομεία της Λωρίδας της Γάζας στον Ευαγγελισμό και οι οποίες είδαν το φως της δημοσιότητας. Πρόκειται για ένα νοσοκομείο το οποίο σε κάθε γενική εφημερία εξυπηρετεί περίπου 1.700 περιστατικά με στοιχεία του 2012, όπως ανέφερε ο γιατρός Σπύρος Δρίτσας, την ώρα που ακόμη και σε μεγάλα κεντρικά νοσοκομεία ευρωπαϊκών πρωτευουσών οι αντίστοιχοι αριθμοί είναι το 1/5. Αυτή είναι η άλλη όψη του νομίσματος. «Δουλεύουμε πια σε συνθηκες ακραίας έντασης. Από τότε που έκλεισε το Λοιμωδών από 20-22 περιστατικά στην κλινική φτάσαμε στα 60-65, κι αυτά ολοένα και βαρύτερα, γεγονός που αποτυπώνει την αυξανόμενη νοσηρότητα και εξαθλίωση των λαϊκών στρωμάτων» επισημαίνει η Ό. Κοσμοπούλου, η οποία επίσης αναφέρεται στις τακτικές ελλείψεις σημαντικών και ευρείας χρήησης φαρμάκων που παρατηρούνται ανά διαστήματα εξαιτίας των περικοπών και της περιστολής δαπανών των νοσοκομείων. Αντιιικά, ηπαρίνες και άλλα μπορεί να λείπουν για μέρες ολόκληρες από τα φαρμακεία των νοσοκομείων. Αν σε όλα αυτά προσθέσει κανείς ότι συνολικώς στα ελληνικά νοσοκομεία παραμένουν κλειστά 150 κρεβάτια Μονάδων Εντατικής Θεραπείας εξαιτίας των ελλείψεων κυρίως σε νοσηλευτικό και δευτερευόντως σε ιατρικό προσωπικό, αντιλαμβανόμαστε την επικινδυνότητα της κατάστασης και την κυβερνητική αναλγησία. «Καθημερινά δεκάδες άνθρωποι μπαίνουν στις λίστες αναμονής για ένα κρεβάτι νοσηλείας σε ΜΕΘ. Δίπλα σε αυτή τη λίστα υπάρχει κι εκείνη με δεκάδες ανθρώπους που έχουν υποβληθεί σε βαριά χειρουργεία και χρειάζονται εντατική, αλλά ήδη νοσηλεύονται και δεν φαίνεται αυτό πουθενά ως αναμονή. Ωστόσο αυτές οι αναμονές και οι καθυστερήσεις έχουν κόστος. Και το κόστος είναι ανθρώπινες ζωές» λέει στο Πριν η Νάγια Βάρτζελη, γιατρός στη ΜΕΘ του αντικαρκινικού νοσοκομείου Μεταξά. Στο ίδιο νοσοκομείο τα 5 από τα 11 κρεβάτια ΜΕΘ δεν έχουν λειτουργήσει ποτέ. Οι περικοπές και η υποχρηματοδότηση έχουν οδηγήσει σε αδράνεια τα 2 από τα 6 χειρουργικά τραπέζια. Αποτέλεσμα: αυξάνονται οι αναμονές τόσο για τα τακτικά ιατρεία όσο και για τα χειρουργεία και τις χημειοθεραπείες. Μόνο που η καθυστέρηση δύο, τριών ή περισσότερων μηνών ανά περίπτωση οδηγεί σε μεγαλύτερη επιβάρυνση της υγείας των ογκολογικών ασθενών, σε εξέλιξη των νόσων αυτών σε επόμενα στάδια και τελικά τους απειλεί ευθέως με θάνατο.
Από την 1η Ιανουαρίου του 2014 οι επιβαρύνσεις για τους ασθενείς θα αυξηθούν ακόμη περισσότερο με βάση τους ήδη ψηφισμένους μνημονιακούς νόμους. Ένα ευρώ ανά συνταγή τριών φαρμάκων χαράτσι σε κάθε ασφαλισμένο. Τιμωρητική και εκδικητική πολιτική για όσους δεν αγοράζουν γενόσημα, ενώ έρχεται και το εισιτήριο-χαράτσι των 25 ευρώ για κάθε εισαγωγή τακτική ή στα επείγοντα στα νοσοκομεία. Ο Πάνος Παπανικολάου, νευροχειρουργός στο Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο της Νικαιας, περιγράφει τις εξοντωτικές συνθήκες εργασίας στα νοσοκομεία οι οποίες είναι η θρυαλλίδα για το επαπειλούμενο «Εφημερία κραχ». Επισημαίνει μια επιπλέον παράμετρο: «Ένα από τα βασικά στοιχεία διάλυσης της δημόσιας υγείας είναι η συστηματική αφαίρεση κάθε κινήτρου από το υγειονομικό προσωπικό της χώρας. Οι γιατροί μεταναστεύουν σωρηδόν στο εξωτερικό: τόσο οι νεοι πτυχιούχοι των συκοφαντημενων δημόσιων ΑΕΙ όσο και οι νέοι ειδικευόμενοι γιατροί που έχουν εκπαιδευτεί στα επίσης συκοφαντημένα νοσοκομεία είναι περιζήτητοι σε χώρες όπως η Γερμανία και η Μ. Βρετανία. Το νοσηλευτικό προσωπικό είναι στα όρια της εξόντωσης. Απάνθρωπα ωράρια, μικροί μισθοί, μεσαιωνικές συνθήκες εργασίας όταν η αναλογία είναι ένας νοσηλευτής για κάθε τριάντα ασθενείς».
Η πολιτική ψευδολογίας και συκοφάντησης που ακολουθεί το υπουργείο γυρίζει μπούμερανγκ. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τα όσα έγιναν στην Κέρκυρα, τα οποία μπορούν να σηματοδοτήσουν μια νέα κατάσταση στο επίπεδο των αγωνιστικών κινητοποιήσεων. «Αυτό το εκρηκτικό μείγμα στην υγεία εκτός από τις κλασικές κινητοποιήσεις δημιουργεί προϋποθέσεις και προοπτικές για νέες μορφές αγώνα, στις οποίες να συσπειρωθούν συλλογικότητες, χρήστες υπηρεσιών υγείας και υγειονομικοί. Οι προοπτικές ενός νέου τύπου κινήματος, το οποίο θα διεκδικεί την ανατροπή αυτών των πολιτικών, είναι υπαρκτή και ήδη στην Κέρκυρα, αλλά και αλλού, ένα παλλαϊκό μέτωπο υπεράσπισης του δημόσιου νοσοκομείου και των λειτουργιών του είναι σε πλήρη ανάπτυξη» συμπληρώνει ο Π. Παπανικολάου, δίνοντας και το στίγμα της νέας, αγωνιστικής ημέρας συνολικά για την υγεία αλλά και ολόκληρη την κοινωνία.
Μνημονιακός Καιάδας για ανασφάλιστους και ασφαλισμένους
Αν όλα όσα περιγράφονται από τους γιατρούς ή τους ασθενείς με τα πιο μελανά χρώματα ισχύουν για όσους προσεγγίζουν τα νοσοκομεία, πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν μας ότι υπάρχει μεγάλος αριθμός ανθρώπων χωρίς πρόσβαση στην πρωτοβάθμια ή στη δευτεροβάθμια περίθαλψη.
Τα κοινωνικά ιατρεία, τα οποία ανά την Ελλάδα είναι περίπου 40 και έχουν αναπτυχθεί με διάφορους τρόπους, είτε αυτοεπίγνωσης είτε μέσω δήμων και ΜΚΟ, έχουν κληθεί να αντιμετωπίσουν μεγάλο αριθμό περιστατικών ασθενών οι οποίοι, όντας ανασφάλιστοι ή άποροι, είναι αποκλεισμένοι από την πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη.
Η απόγνωση είναι εμφανής σε πολλά περιστατικά που προσεγγίζουν αυτές τις δομές ζητώντας βοήθεια.
Η Κατερίνα Παπαγκίκα, συνταξιούχος κυτταρολόγος η οποία ασχολείται με τα οργανωτικά του Μητροπολιτικού Ιατρείου του Ελληνικού, επισημαίνει ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η αδυναμία και των ίδιων των κοινωνικών ιατρείων να προσφέρουν υπηρεσίες δευτεροβάθμιου χαρακτήρα, ενώ επισημαίνει πως ο αριθμός όσων προσφεύγουν στα κοινωνικά ιατρεία είναι λιγότερο από 10% όσων έχουν πραγματική ανάγκη και είναι ανασφάλιστοι.
«Έχουμε αντιμετωπίσει τραγικά περιστατικά. Χρεοκοπημένοι ελεύθεροι επαγγελματίες, εργαζόμενοι με μπλοκ παροχής υπηρσιών, όσοι χρωστάνε στην εφορία, όλοι είναι ανασφάλιστοι και δεν μπορούν να εξασφαλίσουν ούτε καν χαρτί απορίας που θα τους παράσχει τουλάχιστον προνοιακή υποστήριξη.Χαρακτηριστικό παράδειγμα ένας νέος 27 ετών, πρώην εργαζόμενος σε μεγάλη εταιρεία με μπλοκ παροχής υπηρεσιώνμ ο οποίος είχε διαγνωστεί με λέμφωμα. Όταν ήρθε ο καιρός να κάνει τις απαραίτητες διαγνωστικές εξετάσεις ήταν άνεργος, ανασφάλιστος και χωρίς πρόσβαση σε καμία δημόσια δομή υγείας. Όπως είναι εύκολα αντιληπτό, η εξέλιξη της υγείας του και η θεραπεία του ήταν απολύτως εξαρτημένες από τις εξετάσεις.
Δεύτερο παράδειγμα, ένας ασθενής με ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής και άμεσο κίνδυνο για τη ζωή του, ο οποίος έπρεπε να χειρουργηθεί, αλλά όντας ανασφάλιστος δήλωσε πως προκειμένου να αφήσει χρέη στα παιδιά του, καθώς τα έξοδα θα μεταβιβάζονταν στην εφορία, προτιμούσε να πεθάνει.
Το πρόβλημα είναι πως τέτοιου είδους περιπτώσεις αντιμετωπίζονται μεμονωμένα.
Ωστόσο το ζήτημα είναι η συμβολή στη συλλογική διεκδίκηση της πρόσβασης στην υγεία.
«Πιστεύω ότι αυτός είναι ίσως και ο σημαντικότερος λόγος ύπαρξης και δράσης των κοινωνικών ιατρείων, ειδικά όσων έχουν στηθεί σε μια βάση αυτοδιαχείρισης. Πώς δηλαδή θα συμβάλουν στη διεκδίκηση με μαζικούς όρους και από κοινού με ασθενείς και εργαζομένους πρόσβασης στην υγεία» επισημαίνει χαρακτηριστικά.
Ίσως είναι ακόμη ένα συστατικό στοιχείο στην ανάδειξη ενός νέου κινήματος με παλλαϊκά και πανυγειονομικά χαρακτηριστικά.
Το γολγοθά ωστόσο και των ασφαλισμένων περιγράφει η Ελ. Γεωργιάδη, νοσηλεύτρια – υπεύθυνη στο τμήμα Μεσογειακής Αναιμίας μεγάλου νοσοκομείου της Αθήνας, η οποία πάσχει και η ίδια από ρευματοειδή αρθρίτιδα, ασθένεια που χρήζει χρόνιας θεραπείας: «Για μία μόνο θεραπεία το μήνα χρειάζεται ένας ασθενής να ξοδέψει τρεις ημέρες. Μία για να γράψει σε ένα νοσοκομείο τα απαραίτητα φάρμακα, άλλη μία για να το βρεί σε κάποιο από τα φαρμακεία του ΕΟΠΠΥΥ, καθώς δεν υπάρχουν όλα τα φάρμακα σε όλα τα φαρμακεία, και μια τρίτη για να γυρίσει στο νοσοκομείο και να κάνει τη θεραπεία.
Σκεφτείτε τι σημαίνει αυτό για νεφροπαθείς, πολυμεταγγιζόμενους και ογκολογικούς ασθενείς» τονίζει στο Πριν.
Όλο αυτό το τοπίο είναι εμφανές ότι δεν επιδέχεται βελτιώσεις αλλά χρειάζεται ανατροπή.
του Μάκη Γεωργιάδη