ΛΟΝΔΙΝΟ. Το γρήγορο βάδισμα είναι πιο ωφέλιμο και από το τρέξιμο για την καρδιά. Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγουν Αμερικανοί ερευνητές, σύμφωνα με χθεσινό δημοσίευμα της βρετανικής εφημερίδας «Γκάρντιαν». Τόσο το γρήγορο βάδισμα όσο και το τρέξιμο παρέχουν οφέλη για την υγεία, όμως το πρώτο μειώνει τον κίνδυνο για την καρδιά ακόμα περισσότερο σε σχέση με το δεύτερο. Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον δρα Πολ Γουίλιαμς του Εθνικού Εργαστηρίου Λόρενς Μπέρκλεϊ στην Καλιφόρνια, που έκαναν τη δημοσίευση στο περιοδικό του Αμερικανικού Καρδιολογικού Συλλόγου Arteriosclerosis, Thrombosis and Vascular Biology, σύμφωνα με τον «Γκάρντιαν» και το Live Science, μελέτησαν συγκριτικά στοιχεία για περίπου 33.000 άτομα που έκαναν συστηματικά τρέξιμο και άλλα 15.000 που προτιμούσαν το περπάτημα (οι άνδρες ήσαν το 51% των δρομέων και το 21% των βαδιστών). Η μελέτη, που αφορούσε ανθρώπους ηλικίας 18 έως 80 ετών και διήρκεσε επί έξι έτη, διαπίστωσε ότι το περπάτημα με ταχύ ρυθμό είναι πιο αποτελεσματικό στη μείωση του καρδιολογικού κινδύνου σε σχέση με το τρέξιμο, όταν και στις δύο περιπτώσεις ο άνθρωπος καταβάλλει την ίδια ποσότητα ενέργειας με βάση τις θερμίδες που καίει. Το τρέξιμο μείωσε τον κίνδυνο για στεφανιαία νόσο κατά 4,5%, ενώ το γρήγορο βάδισμα κατά 9,3%. Οσον αφορά τους επιμέρους παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου, ο κίνδυνος εμφάνισης υπέρτασης για πρώτη φορά μειώθηκε κατά 4,2% από το τρέξιμο και κατά 7,2% από το ταχύ βάδισμα, ο κίνδυνος υψηλής χοληστερόλης για πρώτη φορά μειώθηκε κατά 4,3% από το τρέξιμο και κατά 7% από το γρήγορο περπάτημα, ενώ ο κίνδυνος εμφάνισης διαβήτη για πρώτη φορά μειώθηκε κατά περίπου 12% και στις δύο περιπτώσεις. «Οσο περισσότερο ένας δρομέας τρέχει και ένας βαδιστής περπατάει τόσο περισσότερα οφέλη αποκομίζει για την υγεία του. Οι άνθρωποι πάντα ψάχνουν μια δικαιολογία για να μην ασκηθούν, όμως έχουν μια ξεκάθαρη επιλογή, είτε να τρέχουν είτε να περπατούν, πράγμα που και στις δύο περιπτώσεις θα τους αποφέρει συγκρίσιμα οφέλη και θα αποτελέσει μια επένδυση για τη μελλοντική υγεία τους», δήλωσε ο δρ Γουίλιαμς.
ΑΠΕ