Ο νέος τρόπος αποζημίωσης των ασφαλισμένων (συμμετοχή στην Λιανική Τιμή), των συνταγογραφουμένων φαρμάκων, εισάγει ένα αμφιλεγόμενο μέτρο στην διαμόρφωση, τόσο της ιδιωτικής δαπάνης υγείας όσο και στην τελική χρέωση των φορέων ασφάλισης υγείας.
Απ’όσο μπορούμε να καταλάβουμε, για κάθε Δραστική Ουσία, εισάγεται μια τιμή «αναφοράς», η οποία και θα προσδιορίζει το ανώτερο όριο της κατά 75% συμμετοχής του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. και των εκτός αυτού «ταμείων».
Σε περίπτωση που ο ιατρός-συντάκτης της συνταγής «πείθει», με τον συνήθη τρόπο του, τον λήπτη του φαρμάκου για την «ανωτερότητα» του α΄ ακριβότερου έναντι του β΄ γενοσήμου σκευάσματος, τότε ο δεύτερος θα καταβάλει, επιπλέον του 25% του α΄ το 50% της διαφοράς της τιμής μεταξύ του και αυτής του σκευάσματος «αναφοράς». Την υπόλοιπη διαφορά θα την καταβάλει ο οικείος φορέας ασφάλισης.
Τα ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν, μη αμφισβητούμενων των αγαθών προθέσεων του Υπουργείου Υγείας, αφορούν στο τί ακριβώς θα ορισθεί ως «ασφαλιστική» τιμή.
Σε εκατοντάδες φάρμακα, με την ίδια Δραστική Ουσία, την δοσολογία της, την φαρμακοτεχνική μορφή, υπάρχουν αρκετές «παραλλαγές» που αφορούν κυρίως στην περιεκτικότητα της συσκευασίας. Εξάλλου, υπάρχουν προϊόντα που είναι «μοναδικά» ως προς συγκεκριμένες παραμέτρους. Π.χ. υπάρχει σκεύασμα που προσφέρεται σε μορφή σκόνης προς διάλυση, που δεν διατίθεται από τον ανταγωνισμό. Άλλο πάλι διατίθεται –μόνο αυτό- σε συσκευασία των 7 δόσεων ενώ η πλειοψηφία κυκλοφορεί 14/28/30/50 ή και περισσοτέρων.
Αν δηλαδή, για κάθε επιμέρους συσκευασία,βάσει του αριθμού των δόσεων, ορισθεί μια «ασφαλιστική» τιμή, σαφώς και ενισχύεται η ανταγωνιστικότητα του «μοναδικού», μολονότι όλα είναι της ίδιας περιεκτικότητας σε Δραστική Ουσία (το παράδειγμα είναι πραγματικό).
Με το επιχείρημα ότι «πληρώνεις λιγότερο» (ως ποσοστό συμμετοχής), ο λήπτης θα «συμμαχήσει» με τον ιατρό και θα επιλέξει την α΄ επιλογή του.
Με τον τρόπο αυτό, είναι αμφίβολο εάν και κατά πόσο θα υπάρξει ουσιαστική μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης, τόσο για τους ασφαλισμένους και τα Ταμεία όσο και για τον κρατικό προϋπολογισμό.
Από την στιγμή κατά την οποία καλείται ο –αδαής- ασθενής να «επιβάλει» την θέληση του στον Ιατρό ή τον Φαρμακοποιό, όπως διατείνεται το Υπ.Υγείας, τότε μάλλον έχουμε χάσει τον «μπούσουλα».
http://www.tovima.gr/opinions/useropinions/article/?aid=504412
Δημήτρης Ν. Πατσάκης