Εξαιρετικά αισιόδοξα μηνύματα στον τομέα της αντιμετώπισης ασθενειών όπως ο καρκίνος, ο διαβήτης και τα καρδιαγγειακά νοσήματα, ακούστηκαν στο 8ο Διεθνές Συνέδριο Νανοεπιστημών και Νανοτεχνολογίας που διεξάγεται στη Θεσσαλονίκη.
Όπως ανέφερε η καρδιολόγος δρ νανοϊατρικής Βαρβάρα Καραγκιοζάκη με τη χρήση «έξυπνων» νανοϋλικών θα μπορούν μελλοντικά να αντιμετωπίζονται οι καρδιαγγειακές νόσοι, ο διαβήτης, ο καρκίνος και οι νευροεκφυλιστικές παθήσεις, χάρη στις εφαρμογές της νανοτεχνολογίας στην ιατρική.
Οι εφαρμογές της νανοτεχνολογίας στην καρδιολογία αναμένεται σε μία 10ετία να οδηγήσουν την κατάργηση των stend και στην μείωση του μεγέθους ή ακόμη και στην εξάλειψη της αθηρωματικής πλάκας με μία ενδοφλέβια ένεση.
Πειράματα που έγιναν στην Αμερική με τη χρήση νανοσωματιδίων τα οποία περιείχαν το φάρμακο fumagillin (το οποίο διακόπτει τη ροή αίματος στην αθηρωματική πλάκα), έδειξαν μείωση της αθηρωματικής πλάκας κατά 60-80%.
«Αντιλαμβανόμαστε ότι ίσως μετά από μία 10ετία δε θα χρειαζόμαστε καθόλου τα stend και με νανοσωματίδια θα στοχεύουμε την αθηρωματική πλάκα» ανέφερε η κ Καραγκιοζάκη.
Τα stend είναι μεταλλικά πλέγματα τα οποία τοποθετούνται προκειμένου να διατηρηθεί ανοιχτό ένα αγγείο στην περίπτωση της αθηροσκλήρωσης. Η κ Καραγκιοζάκη τόνισε ότι τα τελευταίας γενιάς stend τα οποία εκλύουν φάρμακο προκειμένου να μη δημιουργηθεί επαναστένωση στο αγγείο, μπορεί μετά από ένα χρόνο να προκαλέσουν θρόμβωση.
«Η θρόμβωση οφείλεται στα πολυμερή από τα οποία είναι φτιαγμένα τα stend και τα οποία δημιουργούν δεξαμενές για να αποθηκεύεται το φάρμακο. Με τη νανοτεχνολογία μπορούμε να κατασκευάσουμε επικαλύψεις ατομικές, δηλαδή νανοεπικαλύψεις που να έχουν μέγεθος 100 νανόμετρων, που δεν θα θρομβώνουν και θα επικαλύψουν την επιφάνεια του stend. Αντικείμενο τελευταίας έρευνας στο εργαστήριο Νανοτεχνολογίας του ΑΠΘ είναι η δημιουργία βιοαποικοδομήσιμων πολυεπίπεδων πολυμερών τα οποία θα έχουνε φάρμακο και θα το εκλύουν με ελεγχόμενο τρόπο. Αυτά τα πολυμερή θα έχουν την ιδιότητα να διασπώνται όταν μπαίνουν στον ανθρώπινο οργανισμό. Επομένως δε θα μένει στο αγγείο το πολυμερές που δημιουργεί τη βλάβη στο τοίχωμα και προκαλεί τη θρόμβωση και την επαναστένωση» εξήγησε η κ Καραγκιοζάκη.
Μαγνητικά νανοσωματίδια κατά του καρκίνου.
Μαγνητικά νανοσωματίδια με χημειοθεραπευτικά φάρμακα μπορούν να χρησιμοποιηθούν στη στοχευμένη αντιμετώπιση του καρκίνου, χωρίς να πλήττονται τα υγιή κύτταρα. Ήδη στη Γερμανία έχει φτάσει σε προκλινικό στάδιο έρευνα στο πλαίσιο της οποίας έχει αναπτυχθεί ένα σύστημα με μαγνητικά νανοσωματίδια που πηγαίνουν στον καρκίνο του εγκεφάλου. Στη συνέχεια καταστρέφονται τοπικά τα καρκινικά κύτταρα με υπερθερμία (αύξηση της θερμοκρασίας στους 41-40 βαθμούς Κελσίου).
«Υπάρχει μια ποικιλία νανοσωματιδίων πχ ανόργανα μαγνητικά σωματίδια στα οποία μπορούμε να βάλουμε ένα χημειοθεραπευτικό φάρμακο. Πχ αν ο ασθενής έχει καρκίνο στον πνεύμονα μπορούμε να χορηγήσουμε ενδοφλέβια μαγνητικά νανοσωματίδια , αφού τοποθετήσουμε έναν εξωτερικό μαγνήτη στην περιοχή του πνεύμονα. Έτσι λόγω της διαφοράς του μαγνητικού πεδίου τα νανοσωματίδια με το φάρμακο οδηγούνται μόνο στη περιοχή του πνεύμονα. Επομένως δεν χρειάζεται ο καρκινοπαθής να παίρνει τη γενικευμένη χημειοθεραπεία που έχει όλες τις ανεπιθύμητες ενέργειες» εξηγεί η κ Καραγκιοζάκη.
Ινσουλίνη σε χάπια.
Ένα χάπι, με το οποίο θα χορηγείται μελλοντικά η ινσουλίνη, αναμένεται να απαλλάξει τους διαβητικούς από τις ενέσεις. «Η ινσουλίνη είναι πρωτεΐνη η οποία, όταν την παίρνουμε από το στόμα, καταστρέφεται από το γαστρικό υγρό. Γι αυτό οι περισσότεροι διαβητικοί ασθενείς χρησιμοποιούν υποδόρια ένεση ινσουλίνης. Έχει διαπιστωθεί ότι αν βάλουμε την ινσουλίνη σε νανοσωματίδια με χυτοσίνη, ένα πολυμερές που περιβάλλει το νανοσωματίδιο, αυτή προστατεύεται από το γαστρικό υγρό. Από την άλλη λόγω της χυτοσίνης η ινσουλίνη απορροφάται καλύτερα από το έντερο. Άρα ουσιαστικά προσπαθούμε να βρούμε τρόπους μεταφοράς της ινσουλίνης με ένα χάπι που έχει πάρα πολλά νανοσωματίδια» αναφέρει η κ Καραγκιοζάκη.
Ωστόσο επειδή τα νανοσωματίδια που χρησιμοποιούνται για θεραπευτικούς σκοπούς είναι τόσο μικρά ώστε μπορούν να διεισδύσουν μέσα στο κύτταρο και επιδράσουν στο DNA οι επιστήμονες ερευνούν και τους τρόπους με τους οποίους θα μπορεί να γίνει ασφαλής η χρήση τους.