KARENA CAW THON, γιά τους NEW YORK TIMES Ο δρ Τζέιμς Αντριους υποστηρίζει ότι οι μαγνητικές τομογραφίες είναι συχνά αχρείαστες.
Παραπλανητικές οι μαγνητικές;
Της GINA KOLATA
Ενας φημισμένος αθλητίατρος ορθο-πεδικός από ίο Γκαλφ Μπριζ της Φλό- ριντα, ο δρ Τζέιμς Αντριους, θέλησε να επιβεβαιώσει την υποψία του ότι η μαγνητική τομογραφία ενδέχεται να είναι κάπως παραπλανητική. Εξέτασε λοιπόν τους ώμους 31 απολύτως υγιών επαγγελματιών παικτών του μπέιζ- μπολ. Οι πίτσερ (ρίπτες) δεν ήταν τραυματισμένοι και δεν πονούσαν καθόλου. Εντούτοις, η μαγνητική τομογραφία ανακάλυψε στο 90% αυτών ανωμαλίες στους χόνδρους της ωμοπλάτης και στο 87% μη φυσιολο¬γικό τενόντιο στροφικό πέταλο του ώμου.
Ο δρ Τζέιμς Αντριους μαζί με άλλους ειδικούς αθλητίατρους παίρνει θέση απέναντι στην κατάχρηση της απει-κόνισης μαγνητικού συντονισμού (MRI) στην ειδικότητά τους.
Οι μαγνητικές τομογραφίες αποδει- κνύονται πολύτιμες στη διάγνωση σοβαρών προβλημάτων, όπως οι όγκοι ή στη διαλεύκανση αντικρουόμενών διαγνώσεων ανάλογα με το ιστορικό και τα συμπτώματα ενός ασθενή. Εύκολα, όμως, παρερμηνεύονται και μπορεί να οδηγήσουν σε λανθασμένη διάγνωση και σε αχρείαστες ή και επι-βλαβείς θεραπείες.
Ο δρ Μπρους Σανγκορζάν, καθηγη¬τής και αντιπρόεδρος του τμήματος ορθοπεδικής και αθλητιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Ουάσιγκτον, παρουσιάζει το εξής παράδειγμα: εάν ένας υγιής άνθρωπος που δεν έχει υποστεί τραυματισμό πάει για τρέξιμο και μετά υποβληθεί σε μαγνητική, η εξέταση θα δείξει υγρό στην επιγονα-τίδα. Το εύρημα αυτό είναι επουσιώ-δες. Σε έναν τραυματισμένο άνθρωπο, όμως, η ύπαρξη υγρού μπορεί να απο- τελεί ένδειξη ότι ένα οστό έχει κάκωση ή έχει ραγίσει και βρίσκεται σε φάση επούλωσης.
«Η μαγνητική τομογραφία δεν μοιά¬ζει με κανένα από τα άλλα εργαλεία απεικόνισης που χρησιμοποιούμε», εξηγεί ο δρ Σανγκορζάν. «Είναι ένα πολύ ευαίσθητο όργανο, αλλά δεν είναι πολύ ακριβές. Αυτό είναι το πρό-βλημα». Και οι μαγνητικές τομογρα¬φίες σχεδόν πάντοτε εντοπίζουν κάποιου είδους ανωμαλία, παρότι οι περισσότερες ανωμαλίες είναι άνευ ουσίας.
«Πολύ σπάνια μια μαγνητική τομο¬
γραφία περιέχει την έκφραση “φυσι-ολογικές μετρήσεις”», αναφέρει ο δρ Κρίστοφερ Ντιτζιοβάνι, καθηγητής ορθοπεδικής και ειδικός αθλητίατρος στο Πανεπιστήμιο Μπράουν του Ρόουντ Αϊλαντ. «Ούτε που θυμάμαι την τελευταία φορά που είδα αυτή την έκφραση».
Στην αθλητιατρική, όπου οι τραυ-ματισμοί αφορούν συνήθως ρήξεις μυών και τενόντων ή ραγίσματα στα οστά, ειδικοί όπως ο δρ Αντριους και ο δρ Ντιτζιοβάνι υποστηρίζουν ότι οι μαγνητικές τομογραφίες δεν είναι απαραίτητες -συνήθως ο ειδικός είναι σε θέση να διαγνώσει τι συμβαίνει με προσεκτική εξέταση του ιστορικού του ασθενούς, με κλινική εξέταση και κάποιες φορές με μια απλή ακτινο-γραφία.
Ο εξέχων ορθοπεδικός δρ Σίγκβαρντ Τ. Χάνσεν ο νεότερος, καθηγητής ορθοπεδικής και αθλητιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Ουάσιγκτον, υπο-
Συχνά εντοπίζουν ανωμαλίες σε υγιείς ασθενείς
στηρίζει ότι γενικά απορρίπτει εντελώς αυτές τις τομογραφίες, επειδή πολύ σπάνια παρέχουν χρήσιμες πληροφο-ρίες.
«Αναλαμβάνω 300-400 νέους ασθε¬νείς κάθε χρόνο», λέει ο δρ Χάνσεν. «Από αυτούς μπορεί να υπάρξει ένας που πάσχει από κάτι όχι τόσο ξεκάθαρο ώστε να χρειαστεί μαγνητική τομο-γραφία» .
Το κόστος της εξέτασης στις ΗΠΑ, το οποίο οι κλινικές υγείας αποφεύ¬γουν να αποκαλύψουν, εξαρτάται από τον τόπο διεξαγωγής της τομογραφίας και του μέλους που εξετάζεται. Ενα πανεπιστημιακό ιατρικό κέντρο χρε-ώνει 1.721 δολάρια για μια μαγνητική γονάτου. Ο γιατρός που ερμηνεύει τα αποτελέσματα της εξέτασης λαμβάνει 244 δολάρια. Οι γιατροί που διαθέτουν δικά τους μηχανήματα μαγνητικής τομογραφίας -και είναι πολλοί- τσε-πώνουν και τις δύο αμοιβές.
Οι αμερικανοί γιατροί συχνά νιώ¬
θουν ότι κινδυνεύουν με αγωγές για παράβαση της επαγγελματικής δεο-ντολογίας εάν δεν έχουν υποβάλει σε τομογραφία έναν ασθενή και τελικά δεν κατορθώσουν να διαγνώσουν ένα πρόβλημα, επισημαίνει ο δρ Ντιτζιο- βάνι.
Ο δρ Αντριου Γκριν, επικεφαλής του χειρουργικού τμήματος ώμων και αγκώνων στο Πανεπιστήμιο Μπρά-ουν, υποστηρίζει ότι υπάρχει μία λεπτή γραμμή ανάμεσα στην ενδεδειγ- μένη χρήση και στην κατάχρηση.
Σ’ αυτό το συμπέρασμα, άλλωστε, καταλήγει και μία από τις ελάχιστες μελέτες που αναφέρονται σ’ αυτό το ζήτημα.
Ο δρ Γκριν και οι συνάδελφοί του επανεξέτασαν τα ιστορικά 101 ασθε-νών που υπέφεραν από πόνους στον ώμο οι οποίοι δεν ήταν αποτέλεσμα τραυματισμού, π.χ. μιας πτώσης. Σε όλες τις περιπτώσεις, ο δρ Γκριν βάσισε τη διάγνωσή του στην κλινική εξέταση, στο ιστορικό και σε μια κλασική ακτι-νογραφία.
Ενα χρόνο αργότερα, ο δρ Γκριν εξέ-τασε εκ νέου τους ασθενείς. Δεν υπήρξε καμία διαφορά στο αποτέλε-σμα της θεραπείας των δύο ομάδων. Η μαγνητική τομογραφία, τονίζει, δεν είναι απαραίτητη για την αρχική αξι-ολόγηση και θεραπεία πολλών ασθε-νών με πόνο στον ώμο, ο οποίος δεν οφείλεται σε τραυματισμό.
Ο δρ Ντιτζιοβάνι έκανε παρόμοια μελέτη σε ασθενείς που είχαν πρό-βλημα στα πόδια και στον αστράγαλο, εξετάζοντας 221 διαδοχικούς ασθενείς του σε περίοδο ενός τριμήνου, 201 από τους οποίους δεν είχαν κάποιο κάταγμα. Πάνω από το 15% του έφεραν μαγνητικές τομογραφίες στις οποίες είχαν υποβληθεί προηγουμέ¬νως. Σχεδόν το 90% αυτών των εξετά¬σεων δεν ήταν απαραίτητες και οι μισές είχαν ερμηνείες που είτε ήταν επουσιώδεις για τη διάγνωση του ασθενούς είτε ήταν αντίθετες προς αυτήν.
«Οι ασθενείς συχνά νιώθουν ότι λαμ-βάνουν καλύτερη περίθαλψη όταν οι γιατροί τούς υποβάλλουν σε ακριβές εξετάσεις. Υπάρχουν μάλιστα ορισμέ-νοι ασθενείς που έρχονται απαιτώντας να υποβληθούν σε μαγνητική τομο-γραφία», τονίζει ο δρ Ντιτζιοβάνι. «Αυτό αποτελεί μέρος του προβλήμα-τος».
Εστάλει απο Δρ. Χαράλαμπος Γκούβας, Ορθοπεδικός Χειρουργός Τραυματολόγος,